Π ρ ὸ ς
Τούς εὐσεβεῖς Χριστιανούς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας.
Χριστιανοί μου Ἀγαπητοί,
Πολλά ἐγκλήματα ἔχουν γίνει ἀπό τότε πού δολοφονήθηκε ἡ ἀγάπη στό πρόσωπο τοῦ Ἄβελ. Πολλοί ἄνθρωποι πού δέν εἶχαν τόν Θεό τους, ὅπως λέγει ὁ λαός μας, σέ μία στιγμή νεύρων ἤ ἀδυναμιῶν, ὅταν ἡ ποικιλώνυμη ἁμαρτία εἶχε σκοτίσει τόν λογισμό τους ἤ τά συμφέροντά τους ἐθίγησαν ἤ καί δέν ἐξυπηρετοῦνταν, ὅπλισαν τό χέρι τους καί ἀφαίρεσαν τή ζωή τοῦ συνανθρώπου τους χωρίς να σκεφθοῦν, ὅτι οὔτε τέτοιο δικαίωμα εἶχαν, οὔτε νομιμοποιεῖται ὁ τρόπος αὐτός διεκδικήσεως.
Ἀλλά τό πιό ἄδικο, τό πιό φρικτό καί ἀποτρόπαιο ἔγκλημα εἶναι ἡ Σταύρωση τοῦ Κυρίου μας στόν Γολγοθᾶ τό 33 μ.Χ.
Ὅμως ποιό ἦταν τό θῦμα;
Ἦταν Ἐκεῖνος πού δημιούργησε μέ τόν Πατέρα καί τό ἅγιο Πνεῦμα «τόν οὐρανόν καί τήν γῆν καί πάντα τά ἐν αὐτῇ».
Ἐκεῖνος πού, ἐνῶ ἡ δικαιοσύνη του ἀπαιτεῖ τήν τιμωρία καί μάλιστα μέ θάνατο κάθε ἁμαρτωλοῦ, μακροθυμεῖ καί περιμένει τήν ἐπιστροφή του, ἀφοῦ «δέν θέλει τόν θάνατον τοῦ ἁμαρτωλοῦ ὡς τό ἐπιστρέψαι καί ζῆν αὐτόν».
Ἦταν Ἐκεῖνος πού δέν ἐντρέπεται νά ἀποκαλεῖ ἐμᾶς τούς ἀναξίους ἄλλοτε παιδιά του καί ἄλλοτε ἀδελφούς του.
Ἦταν Ἐκεῖνος πού μέ ἀνύστακτη φροντίδα προνοεῖ γιά τή ζωή καί τήν ὕπαρξη τῶν ὄντων καί κατευθύνει ὅλη τή δημιουργία μέ σοφία, προκειμένου νά πραγματοποιήσει τον προορισμό της.
Ἦταν Ἐκεῖνος «πού διῆλθεν τον βίον αὐτοῦ εὐεργετῶν καί ἰώμενος πάντας».
Ἐκεῖνος πού ἄνοιξε τά μάτια τοῦ δυστυχισμένου τυφλοῦ καί τόν ἔκανε πανευτυχῆ δίδοντας το πολύτιμο φῶς του.
Ἐκεῖνος πού θερἀπευσε τούς δέκα λεπρούς γιά νά εἰσπράξει τήν ἀχαριστία τῶν ἐννέα καί νά λάβει τίς εὐχαριστίες ἀπό ἕναν μόνο.
Ἦταν Ἐκεῖνος πού θεράπευσε τά πόδια τοῦ παραλύτου, πού ἀνέστησε τήν κόρη τοῦ Ἰαείρου, το μονάκριβο παιδί μιᾶς χήρας μάνας στή Ναΐν, τόν φίλο του Λάζαρο πού ἦταν πεθαμένος τέσσερις μέρες.
Ἦταν Ἐκεῖνος πού, ὅταν μιλοῦσε, οἱ ἄνθρωποι ξεχνοῦσαν τό σπίτι τους, τή δουλειά τους, τήν πεῖνα τους καί κρέμονταν ἀπό τά χείλη του, γιατί ὁ λόγος του ἦταν «γλυκύτερος ὑπέρ μέλι καί κηρίον καί ἀξιώτερος ὑπέρ χρυσίον καί τοπάζιον».
Ἦταν Ἐκεῖνος γιά τόν ὁποῖο καί οἱ ἐχθροί του ἀκόμη ὁμολογοῦσαν ὅτι «οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος, ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος».
Καί ποιός ἦταν ὁ δράστης; Ποιός ὁ ἀπαίσιος σταυρωτής; Ποιός ὁ ἄσπλαχνος κακοῦργος; Εἶναι βεβαίως ὁ Ἰούδας πού τόν πρόδωσε γιά τριάντα ἀργύρια. Εἶναι ὁ Ἡρώδης Ἀντύπας, βασιλιάς τότε τῆς Ἰουδαίας, πού ὑπέγραψε τήν καταδίκη του. Εἶναι ὁ Πιλάτος, Ρωμαῖος Διοικητής τῆς Ἰουδαίας, πού, ἐνῶ τόν χαρακτηρίζει τρεῖς φορές ἀθῶο, ὕστερα ἀπό τίς ἀνακρίσεις πού ἔκαμε, λέγοντας «οὐχ εὑρίσκω ἐν αὐτῷ αἰτίαν», «ἀθῶος εἰμί ἀπό τοῦ αἵματος τοῦ δικαίου τούτου, ὑμεῖς ὄψεσθε», ἐν τούτοις τόν καταδικάζει νά σταυρωθεῖ. Εἶναι θῦτες ἀκομη καί οἱ δύο ἀρχιερεῖς Καϊάφας καί Ἄννας, πού καί αὐτοί, μέ τόν λόγο τους καί τόν τρόπο τους, τόν ὁδηγοῦν στήν ἐκτέλεση.
Εἶναι ἀκόμη οἱ στρατιῶτες πού τόν ἐμπαίζουν, αὐτοί πού τόν φραγγέλωσαν, αὐτοί πού κάτω ἀπό τόν σταυρό τόν βλασφημοῦν, εἶναι ἀκόμη καί ἕνας ἐκ τῶν δύο ληστῶν πού τόν ὀνειδίζει.
Ὅμως, ἄν κάνουμε μιά αὐτοεξέταση, ἕναν αὐτοέλεγχο καί κρίνουμε τόν ἑαυτό μας, ὄχι μέ ἐπιείκεια, ὅπως συνήθως κάνουμε, ἀλλά μέ αὐστηρότητα καί δικαιοσύνη, θά διαπιστώσουμε ὅτι ἀνάμεσα στούς σταυρωτές εἴμαστε καί μεῖς, ἀφοῦ ὁ Χριστός καί στήν ἐποχή μας ξανασταυρώνεται.
Σταυρωτής εἶναι ὁ κάθε παραβάτης τοῦ νόμου του, κάθε παραβάτης τῶν θείων ἐντολῶν του.
Οἱ Ἰουδαῖοι τοῦ ἔβαλαν τέσσερα καρφιά στό ἅγιο σῶμα του, χίλια καρφιά τοῦ βάζουν ἐκεῖνοι πού χωρίς φόβο Θεοῦ τόν ὑβρίζουν καί τόν βλασφημοῦν.
Οἱ Ἑβραῖοι ἔτρεξαν στούς ἀγρούς καί μάζεψαν ἀγκάθια, ἔφτιαξαν στεφάνι μ΄αὐτά καί τό τοποθέτησαν στήν ἁγία κεφαλή του, μέ ἀποτέλεσμα τό αἷμα πού κύλισε νά πορφυρώσει ὅλο τό μέτωπό του. Καί ἐμεῖς τοῦ πλέκουμε καινούργιο στεφάνι, ὅταν μέ τά ψεύδη μας, μέ τήν ἀπρόσεκτη γλῶσσα μας, μέ τά αἰσχρά λόγια μας καί μέ τίς συκοφαντίες μας πληγώνουμε τόν συνάνθρωπό μας καί διασύρουμε τήν τιμή καί ὑπόληψή του.
Τόν ξανασταυρώνουμε καί ἐμεῖς, ὅταν μένουμε μακριά ἀπό τόν πόνο τοῦ ἀδελφοῦ μας καί δέ συμμεριζόμαστε τά προβλήματά του.
Μοιάζει μέ τόν στρατιώτη πού τόν λόγχευσε καί ἐκεῖνος πού δέ σέβεται τήν καθαρότητα τοῦ σώματός του καί μολύνει τήν ἁγνότητά του μέ πράξεις πού ἐντρέπεται κανείς καί νά τίς ἀναφέρει.
Τέλος γιά ποιό λόγο ἔγινε; Τί μεγάλο κακό εἶχε κάνει; Ποιά ἀφορμή ἔδωσε καί τόν σταύρωσαν;
Ὁ Κύριός μας σταυρώθηκε, γιατί ἡ ἀρετή του «ἐκάλυψεν οὐρανούς». Τόν ἐνάρετο, δέν τόν θέλουν οἱ πολλοί, τόν θεωροῦν «βαρύ καί βλεπόμενον». Δέν μποροῦν νά τόν ἔχουν μαζί τους, στήν παρέα τους, γιατί δέν ταυτίζεται μέ τίς ἀπόψεις τους πού εἶναι πονηρές.
Ὁ Κύριός μας καταδικάσθηκε σέ σταυρικό θάνατο, γιατί ἦταν ὁ ἐφιάλτης ὅλων τῶν ἀρχόντων τῆς ἐποχῆς του πού δέν εἶχαν καθήσει στήν καρέκλα τῆς ἐξουσίας ἀλλά στόν σβέρκο τῶν ἀνθρώπων καί φοβοῦνταν ὅτι τό ἐπαναστατικό κήρυγμα τοῦ Κυρίου θ΄ἄνοιγε τά μάτια τους καί θά εἶχε ἀποτέλεσμα τή συμφορά τους.
Ὁ Κύριός μας ἐσταυρώθη, γιατί εἶπε τήν ἀλήθεια πού εἶναι μέν τοῦ Θεοῦ, ἀλλά πάντοτε πικρή γιά τούς συνανθρώπους μας.
Δυστυχῶς πολλοί ἐπιζητοῦν διακαῶς τόν ἔπαινο καί τήν κολακεία καί πικραίνονται ἀπό τήν ἀλήθεια πού θά τούς βοηθήσει νά ἀποκτήσουν τό «γνῶθι σαυτόν».
Ὁ Κύριός μας σταυρώθηκε, γιατί ἀγάπησε τούς ἀνθρώπους καί γιατί ποικιλοτρόπως τούς εὐεργέτησε. Εἶναι βλέπετε ἡ εὐγνωμοσύνη οὐράνια ἀρετή και δέν καλλιεργεῖται σ΄ὅλες τίς καρδιές. Ἡ ψυχολογία τοῦ εὐεργετημένου ἀπαιτεῖ νά ἐκφράζει εὐκαίρως-ἀκαίρως τίς εὐχαριστίες του στόν εὐεργέτη του. Ὅμως δέν τόν ἀφήνει ὁ ἐγωισμός του καί προσπαθεῖ νά λησμονήσει τό καλό πού τοῦ ἔκαμε ὁ συνάνθρωπος. Ἐπειδή δέν καταφέρνει νά τό σβήσει ἀπό τή μνήμη του, προσπαθεῖ στήν ἀρχή ἀπεγνωσμένα νά τό ὑποτιμήσει καί στή συνέχεια νά κατηγορήσει ἐκεῖνον πού τόν εὐεργέτησε ἤ ἀκόμη χειρότερα νά τόν ἐξοντώσει, γιά νά ἠρεμήσει τή συνείδησή του. Γι΄αὐτό καί ὁ Πλάτων ἔλεγε ἐπιγραμματικά αὐτό πού καθέναςμας ἔχει ἐκ τῆς πείρας του δοκιμάσει: «οὐδείς ἀσφαλέστερος ἐχθρός τοῦ εὐεργετηθέντος».
Ὁ Κύριός μας σταυρώθηκε, γιατί σκόρπισε τά ροδοπέταλα τῆς καλοσύνης στους ἀνθρώπους, γιά νά δώσει τό μήνυμα τό διαχρονικό, ὅτι, ἄν καί ἐμεῖς ἀκολουθήσουμε τά ἴχνη του στή ζωή μας, θά ἀκολουθήσουμε καί τήν πορεία του στόν Γολγοθᾶ.
Εἶναι ὅμως παρήγορο τό γεγονός ὅτι τόν Σταυρό ἀκολουθεῖ ἡ Ἀνάσταση καί τή Μεγάλη Παρασκευή ἡ Κυριακή τοῦ Πάσχα.
Εὐχέτης πρός Κύριον
Ὁ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
Ὁ ΜΟΝΕΜΒΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΣΠΑΡΤΗΣ
ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ