Skip to main content
search
ΑρχείοΔελτία ΤύπουΕπικαιρότητα

Λαμπρά εγκαίνια του Μουσείου Εκκλησιαστικής Τέχνης και της Βιβλιοθήκης της Ιεράς Μητροπόλεως μας

By 29 Σεπτεμβρίου 201520 Οκτωβρίου, 2015No Comments

DSCN8954 106 103 058 047 041 039 036 010P1020717P1020680

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

H Ιερά Μητρόπολή μας πραγματοποίησε το απόγευμα της Δευτέρας 28 Σεπτεμβρίου 2015, με την πρέπουσα λαμπρότητα, τα εγκαίνια του Μουσείου Εκκλησιαστικής Τέχνης και της Βιβλιοθήκης της τοπικής Εκκλησίας, που στεγάζονται στην οδό Λυσάνδρου 3 στη Σπάρτη.

Αρχικά τέλεσε τον Αγιασμό ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Ευστάθιος. Τους εκλεκτούς προσκεκλημένους καλωσόρισε ο Επιμελητής της Βιβλιοθήκης κ. Βασίλειος Κουδούνης, ο οποίος στην ομιλία του πρώτα μέσα από ένα συνδυασμό περιεκτικής ιστορικής αναδρομής και αναφοράς στη σύγχρονη πραγματικότητα ανέδειξε την διαχρονική, αναλλοίωτη και πολυδιάστατη αξία του θεσμού της Βιβλιοθήκης. Έπειτα, επικεντρώθηκε στα ποιοτικά χαρακτηριστικά της Συλλογής, στο κεντρικό σκοπό και τις προτεραιότητες της νεοπαγούς Βιβλιοθήκης της τοπικής Εκκλησίας, τονίζοντας, μεταξύ άλλων ότι είναι ανοικτή σε κάθε φιλομαθή αναγνώστη.

Στη συνέχεια το λόγο πήρε ο Επιμελητής του Μουσείου Εκκλησιαστικής Τέχνης κ. Δημήτριος Μπαγιώκος. Ξεκίνησε την προσλαλιά του με μία ιστορική αναδρομή στην προσπάθεια συγκέντρωσης των κειμηλίων από τους μακαριστούς Μητροπολίτες Μονεμβασίας και Σπάρτης Διονύσιο Δάφνο (1936-1959) και Κυπριανό Πουλάκο (1959-1970) καθώς και στην επίμονη και αγωνιώδη προσπάθεια του σεπτού Ποιμενάρχη μας κ. Ευσταθίου σε πρώτη φάση να διασώσει και να συντηρήσει τα κειμήλια και στη συνέχεια να δημιουργήσει ένα σύγχρονο και λειτουργικό Μουσείο, για να προστατευθούν και να αναδειχθούν. Έπειτα αναφέρθηκε στο εύρος των εκθεμάτων, ενώ γνωστοποίησε ότι το Μουσείο θα είναι ανοικτό για το κοινό, με ελεύθερη είσοδο, δύο φορές την εβδομάδα σε ημέρες και ώρες που θα ανακοινωθούν σύντομα. Παράλληλα υπογράμμισε την επιθυμία το Μουσείο να γίνει ‘’κτήμα’’ της τοπικής κοινωνίας με την διοργάνωση προγραμματισμένων επισκέψεων, σε συνεργασία με την Α/θμια και Β/θμια Εκπαίδευση Λακωνίας, συλλόγους, ενορίες και κατηχητικά σχολεία. Ιδιαίτερη αναφορά έγινε στον διακεκριμένο Μουσειολόγο κ. Ιωάννη Γκερέκο, ο οποίος επιμελήθηκε του όλου εγχειρήματος, ενώ εκφράστηκαν ευχαριστίες σε όλους όσοι διαχρονικά συνετέλεσαν στην μελέτη του εκθεσιακού υλικού και στην δημιουργία του αξιόλογου αυτού χώρου.

Τα εγκαίνια του νεότευκτου αυτού πολιτιστικού κυττάρου της Ιεράς Μητροπόλεώς μας συνέπεσαν με την 35η επέτειο της ενθρονίσεως του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη μας κ. Ευσταθίου, η οποία έγινε στις 28 Σεπτεμβρίου 1980. Και οι δύο ομιλητές αναφέρθηκαν στη σημαντική αυτή επέτειο επισημαίνοντας την πλούσια πνευματική, φιλανθρωπική και κοινωνική προσφορά του Σεβ. Ιεράρχη μας, ενώ του ευχήθηκαν υγεία και μακροημέρευση, ώστε να συνεχίσει απρόσκοπτα το θεάρεστο έργο του.

Ακολούθως ομίλησε ο σεπτός Ποιμενάρχης μας, ο οποίος αφού ευχαρίστησε τους παρευρισκόμενους, έκανε μία σύντομη αναφορά στην επέτειο της ενθρονίσεώς του λέγοντας ότι όταν έγινε η υποδοχή του στην είσοδο της Σπάρτης ζήτησε από τον ευσεβή λαό να του δώσει τα χέρια του και να πάρει την καρδιά του. Η προτροπή αυτή, όπως είπε ο Σεβασμιώτατος, υλοποιήθηκε καθώς και το ποίμνιο στήριξε την προσπάθειά του και ο ίδιος προσπάθησε και προσπαθεί να ανταποκριθεί επαρκώς στις προσδοκίες ως πνευματικός πατέρας. Στη συνέχεια μίλησε για το Μουσείο και τη Βιβλιοθήκη υπογραμμίζοντας τον σπουδαίο ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν στα πολιτιστικά και εκπαιδευτικά δρώμενα του τόπου, ενώ υπογράμμισε το ενδιαφέρον του για την διατήρηση και ανάδειξη της εκκλησιαστικής παράδοσης.

Ακολούθησε ξενάγηση από τον κ. Ιωάννη Γκερέκο στο Μουσείο και στη συνέχεια στη Βιβλιοθήκη, ενώ κατά την έξοδο προσφέρθηκε κέρασμα σε όλους τους παρευρισκόμενους. Την τελετή των εγκαινίων τίμησαν με την παρουσία τους, μεταξύ άλλων, οι Βουλευτές Λακωνίας κ. Σταύρος Αραχωβίτης και Αθανάσιος Δαβάκης, η Αντιπεριφερειάρχης Π.Ε Λακωνίας κ. Αδαμαντία Τζανετέα, ο Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου Δ. Σπάρτης κ. Σπύρος Μοιράγιας, ο Διοικητής της Στρατιωτικής Φρουράς Λακωνίας Ταξίαρχος κ. Δημήτριος Σκορδάς, οι Καθηγούμενοι των Ιερών Μονών Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων και Αγίων Αναργύρων, αρκετοί κληρικοί, εκπρόσωποι της Εκπαίδευσης, Συλλόγων και φορέων και πλήθος κόσμου.

P1020629 P1020668 KONICA MINOLTA DIGITAL CAMERA KONICA MINOLTA DIGITAL CAMERA KONICA MINOLTA DIGITAL CAMERA P1020675 P1020695 DSC_0639 DSC_0644 P1020727 P1020728 P1020720

 

 

Ακολουθούν οι ομιλίες του Επιμελητή της Εκκλησιαστικής Βιβλιοθήκης κ. Βασιλείου Κουδούνη και του Επιμελητή του Μουσείου Εκκλησιαστικής Τέχνης κ. Δημητρίου Μπαγιώκου:

 

ΟΜΙΛΙΑ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ κ. ΒΑΣ. ΚΟΥΔΟΥΝΗ

Δι΄ευχών σας P1020671Σεβασμιώτατε,

Mε ιδιαίτερη χαρά, καλωσορίζουμε τους εκλεκτούς μας προσκεκλημένους, απόψε στα εγκαίνια δύο νεοσύστατων πολιτιστικών κυττάρων της τοπικής μας εκκλησίας, της Βιβλιοθήκης και του Μουσείου Εκκλησιαστικής Τέχνης.

Για το Μουσείο θα σας ενημερώσει εντός ολίγου ο καθ΄ ύλην αρμόδιος, αγαπητός συνάδελφος κ. Δ. Μπαγιώκος. Η δική μου σύντομη προσλαλιά θα επικεντρωθεί στη Βιβλιοθήκη μας, την ευθύνη της οποίας μου έχει αναθέσει ο Σεβ. Μητροπολίτης μας.

Δοκιμάζοντας μια ανίχνευση του ιστορικού στίγματος του θεσμού, διαπιστώνουμε ότι αναγνωρίζεται εύγλωττα και ποικιλοτρόπως η χρησιμότητά του.

Επισημαίνω ενδεικτικά πως σύμφωνα με τον Ρωμαίο συγγραφέα Αύλο Γκέλλιο(Aulus Gelius), η Αθήνα διέθετε δημόσια βιβλιοθήκη τον 6ο αι., P1020717την οποία ίδρυσε ο τύραννος Πεισίστρατος. Ήταν η πρώτη ελληνική και ταυτόχρονα ευρωπαϊκή βιβλιοθήκη.

Αργότερα, στη ρωμαϊκή εποχή οι αυτοκράτορες εκτός από τη Ρώμη, ίδρυσαν βιβλιοθήκες σε διάφορες πόλεις της αυτοκρατορίας. Σε αυτές εξέχουσα θέση, όπως αναφέρει ο Παυσανίας, καταλάμβανε και η βιβλιοθήκη του Αδριανού στην Αθήνα. Είναι δε χαρακτηριστικό το απόφθεγμα “Αν έχεις έναν κήπο και μια βιβλιοθήκη, έχεις όλα όσα σου χρειάζονται”, το οποίο αποδίδεται στον κορυφαίο ρήτορα, φιλόσοφο και πολιτικό Κικέρωνα.

Στο Βυζάντιο στο πλαίσιο ενός πολυδιάστατου πολιτιστικού οργασμού οι βιβλιοθήκες διακρίνονται σε αυτοκρατορικές, ιδιωτικές, πατριαρχικές και μοναστηριακές. Οι κιβωτοί αυτές της παιδείας και της παράδοσης υπέστησαν σημαντικές καταστροφές και λεηλασίες μετά το 1204, που κορυφώθηκαν το 1453, κατά την Άλωση από τους Οθωμανούς. Σημαντικά ελληνικά, εκκλησιαστικά και κλασικά βιβλία διασώθηκαν κυρίως στις βιβλιοθήκες των μοναστηριών κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας.

Στο νέο ελληνικό κράτος η πρώτη βιβλιοθήκη ιδρύθηκε από τον Κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια το 1828 στην Αίγινα.

Στο χώρο της Ι. Μητροπόλεώς μας σημαντικό ρόλο στην πνευματική καλλιέργεια της τοπικής κοινωνίας διαδραματίζουν μεταπολεμικά η Δημόσια Βιβλιοθήκη της Σπάρτης και η Δημόσια Ρουμάνειος Βιβλιοθήκη των Μολάων, χωρίς να λησμονούμε και να υποβαθμίζουμε και τις συλλογές δραστήριων πολιτιστικών φορέων της περιοχής μας, όπως του Γερακίου κ.ά.

Τις τελευταίες δεκαετίες η κουλτούρα της τηλεοπτικής αποχαύνωσης και των ηλεκτρονικών μέσων επικοινωνίας έχει αναπόφευκτα επηρεάσει και την ιδεολογική και τη συναισθηματική στάση απέναντι στο βιβλίο.

Συγκριτικά με την τηλεόραση, όμως, που δίνει προτεραιότητα στην εικόνα και στον ήχο, για να μεταδώσει το μήνυμα, το διάβασμα συντελεί στην αντικειμενική και ορθολογική χρήση του νου και στη γλωσσική ανάπτυξη. Μέσω του διαβάσματος αποκαλύπτονται ευκολότερα οι ανακρίβειες, οι αυθαίρετες γενικεύσεις και η κατάχρηση της λογικής. Στο γραπτό λόγο οι ιδέες σταθμίζονται, ελέγχονται και αντιπαραβάλλονται και όποια αντιπαράθεση προκύψει είναι συνήθως ουσιώδης και ομαλά διευθετημένη.

Με την ψηφιοποίηση της παγκόσμιας γνώσης, επίσης, η αναζήτηση της πληροφορίας σίγουρα διευκολύνεται. Η ψηφιοποίηση αυτή ασφαλώς ακόμα δεν είναι πλήρης, αλλά αργά ή γρήγορα θα γίνει. Κάποια στιγμή στο μέλλον, όλα τα γραπτά της ανθρωπότητας θα υπάρχουν σε ψηφιακή μορφή. Ωστόσο, η αποθήκευση και η συντήρηση της πληροφορίας δεν είναι καθόλου αυτονόητη υπόθεση. Το υλικό αποθηκεύεται ψηφιακά σε διάφορα μέσα, που δεν είναι διαχρονικά. Υπάρχουν και θέματα ιδιοκτησίας της ψηφιακής τεχνολογίας που είναι ακόμα νομικά τουλάχιστον περίπλοκα και δεν είναι τελεσίδικα λυμένα. Μέχρι να γίνουν, ωφέλιμο είναι να διατηρούμε το γνωστικό απόθεμα και σε χαρτί, για να είμαστε σίγουροι, αφού, όπως σημειώνει ο Οδυσσέας Ελύτης, ΄΄το βιβλίο εξελίσσεται, όπως ένας ζωντανός οργανισμός, και με το επιπλέον ότι δεν γερνάει ποτέ”. Κατά συνέπεια, οι βιβλιοθήκες εξακολουθούν να έχουν το χαρακτήρα της αποθήκης πληροφορίας, έστω κι αν χάνουν πια το μονοπώλιο αυτού του χαρακτήρα. Θα αποτελούν πολύτιμο backup, αντίγραφο ασφαλείας της ανθρώπινης γνώσης για πολύ καιρό ακόμα.

Η αξία, επομένως, του θεσμού της Βιβλιοθήκης παραμένει σημαντική και αναλλοίωτη. Αποτελεί ιστορικά αναγνωρισμένο αξιόπιστο θεματοφύλακα της πνευματικής και πολιτιστικής κληρονομιάς ενός τόπου και βασικό παράγοντα υποστήριξης της παιδείας, της έρευνας, της επιστήμης, της εν γένει πνευματικής δημιουργίας και του πολιτισμού.

H Ιερά Μητρόπολή μας με πρωτοπόρο τον Σεβ. Ποιμενάρχη μας, που για μία ακόμη φορά προσφέρει από το ανεξάντλητο απόθεμα της πατρικής αγάπης και της γενναιοδωρίας του, αναγνωρίζοντας την ανυπέρβλητη σπουδαιότητα του θεσμού, που μόλις σκιαγράφησα, παραδίδει σήμερα και αυτό το κοινωφελές έργο για την εξυπηρέτηση των πνευματικών αναγκών των συνανθρώπων μας.

Η συλλογή είναι πολυθεματική, ταξινομημένη κατά το σύστημα Ντιούι και περιλαμβάνει περίπου 13.000 τίτλους πονημάτων. Η συντριπτική τους πλειονότητα είναι βιβλία από την προσωπική βιβλιοθήκη του Σεβ. δωρηθέντα σε αυτόν από τους ίδιους τους συγγραφείς ή από προσφιλή του πρόσωπα. Τα θεολογικά τεκμήρια αποτελούν τον κορμό της, αλλά αξιόλογα είναι και τα λογοτεχνικά, τα ιστορικά, τα κοινωνιολογικά, τα λεξικά.

Μνημειώδη είναι και τα βιβλία τα εκδοθέντα τον 19ο αι. που διατηρούνται   στην αρχέτυπη μορφή τους. Υπάρχει και ενδιαφέρουσα Συλλογή Περιοδικών. Εκτός από τα θεολογικά, όπως η ΄΄ΕΚΚΛΗΣΙΑ΄΄ και ο ΄΄ΕΦΗΜΕΡΙΟΣ΄΄, αξιοσημείωτα είναι   το «ΑΣΤΥ» του 1886, που εκδιδόταν κάθε Κυριακή, και Τεύχη από την «ΕΘΝΙΚΗ ΑΓΩΓΗ», που ανάγεται στην εκπνοή του 19ου αι.

Η βιβλιοθήκη είναι δανειστική σύμφωνα με τον εγκεκριμένο ιδρυτικό και εσωτερικό κανονισμό λειτουργίας της. Έχει τις πόρτες της ανοιχτές για ελεύθερη και ισότιμη χρήση απ’ όλα τα μέλη της τοπικής μας κοινωνίας, κληρικούς και λαϊκούς ανεξαρτήτως φυλής, χρώματος, εθνικότητας, ηλικίας, φύλου, γλώσσας, κοινωνικής θέσης και εκπαιδευτικού επιπέδου.

Στο πλαίσιο του κεντρικού σκοπού της φιλοδοξεί και σε συνεργασία με άλλα πολιτιστικά ιδρύματα της επαρχίας μας, να   λειτουργήσει ως τοπική πύλη στη γνώση και στον πολιτισμό.

Έτσι στις προτεραιότητές της κορυφαία θέση καταλαμβάνουν:

  1. Η συγκέντρωση, καταγραφή, ταξινόμηση, συντήρηση, κατάλληλη έκθεση και διαφύλαξη από κινδύνους φθοράς και απώλειας βιβλίων και εγγράφων με περιεχόμενο εκκλησιαστικό, θεολογικό, φιλολογικό, νομικό, φιλοσοφικό, εκπαιδευτικό, ιστορικό, εθνικό, πολιτιστικό και καλλιτεχνικό.
  2. Η πλήρωση των πνευματικών αναγκών των κατοίκων της περιοχής μας και η υποστήριξη του έργου της εκπαιδευτικής κοινότητας, αφού η σημασία της βιβλιοθήκης, όχι μόνο ως χώρου τοποθέτησης και χρήσης βιβλίων αλλά και ως πνευματικού ιδρύματος, είναι μεγάλη. Μία βιβλιοθήκη, δηλαδή, κατέχει ή πρέπει να κατέχει σημαίνοντα ρόλο στην προσπάθεια καλλιέργειας της παιδείας ενός λαού.
  3. Η διοργάνωση παρουσιάσεων βιβλίων και εκδηλώσεων με πολιτιστικό, κοινωνικό και ψυχαγωγικό χαρακτήρα.
  4. Η πραγματοποίηση και επιμέλεια εκδόσεων.

Η Βιβλιοθήκη μας απευθύνεται με την αποθησαυρισμένη πολυσχιδή γνώση της σε μία ίσως μειονότητα αλλά με διακριτές ποιότητες, τους βιβλιόφιλους. Γι΄ αυτούς που αναζητούν την αλήθεια, πρωτίστως τη θεολογική, ως απάντηση στη σημερινή εποχή της παγκόσμιας παραπλάνησης, το βιβλίο είναι ίσως το μόνο μέσο όπου ορισμένες κατηγορίες πληροφοριών μπορούν να ανευρεθούν, αν και, ομολογουμένως, απαιτείται ιδιαίτερη προσήλωση, υπομονή και επιμονή για την ανακάλυψή τους και τον συσχετισμό τους. Γιατί, τελικά, το βιβλίο είναι πάθος. Είναι μία συνήθεια η οποία καλλιεργείται, ανθίζει και καρπίζει πνευματικούς καρπούς. Δεν είναι πολλοί αυτοί που έχουν τη δυνατότητα και τη βούληση, για να προχωρήσουν σ’ αυτό το ταξίδι ζωής. Όσοι το τολμήσουν, όμως, συνειδητοποιούν ότι αξίζει το κάθε βήμα του.

Αποβλέπουμε, ακόμη, με τον προκείμενο πνευματικό πυλώνα να διεγείρουμε στην ψυχή κάθε φιλομαθή αναγνώστη τα μοναδικά συναισθήματα που τον κατακλύζουν, όταν πρωτοξεφυλλίζει ένα βιβλίο, όταν παρατηρεί το εξώφυλλο και πρωτοδιαβάζει το οπισθόφυλλο, όταν επανέρχεται σ΄ ένα συγκεκριμένο χωρίο, όταν υπογραμμίζει ανάμεσα στις γραμμές του βιβλίου κάτι που του έκανε εντύπωση.

Η ζωή μιας κοινότητας, Σεβασμιώτατε, φίλοι και φίλες, λένε εύστοχα ότι δε φαίνεται μόνο στη ζωντάνια των ανθρώπων του, στις χαρές, στις γιορτές και στα πανηγύρια, στην καθημερινή  δραστηριότητα. Καθρεφτίζεται και στους χώρους όπου κατοικούν η αγαλλίαση, η ευφροσύνη, η πνευματική εγρήγορση και δραστηριότητα, όπως στην εκκλησία, στο σχολείο, στη Βιβλιοθήκη, στο Μουσείο.

Κατακλείοντας θεωρώ χρέος να θυμίσω στην προσαφιλή ομήγυρη ότι η σημερινή ημέρα έχει ιδιαίτερη βαρύτητα και για έναν επιπλέον λόγο. Ο Σεβ. Ποιμενάρχης μας συμπληρώνει 35 ευδόκιμα έτη από την ενθρόνισή του στον ιστορικό αρχιερατικό θώκο της Ιεράς Μητροπόλεως Μονεμβασίας και Σπάρτης. Επί τω ευφροσύνω αυτώ γεγονότι θερμά Σας ευχόμαστε, Σεβασμιώτατε, έτη πλείστα, με υγεία αμφιλαφή και διαρκή δαψιλή καρποφορία.

 

ΟΜΙΛΙΑ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗ ΜΟΥΣΕΙΟΥ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ κ. ΔΗΜ. ΜΠΑΓΙΩΚΟΥ

P1020680P1020679Σεβασμιώτατε, Αιδεσιμώτατοι, εκλεκτοί προσκεκλημένοι,

Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω και από την πλευρά μου για την τιμητική παρουσία σας. Σήμερα η Ιερά Μητρόπολη Μονεμβασίας και Σπάρτης βρίσκεται στην ευχάριστη θέση να εγκαινιάζει δύο αξιόλογα δημιουργήματά της: το Μουσείο Εκκλησιαστικής Τέχνης και την Εκκλησιαστική Βιβλιοθήκη, τα οποία προσωπικά θεωρώ ότι θα δώσουν μία άλλη διάσταση στα τοπικά δρώμενα διευρύνοντας και αναβαθμίζοντας την σχέση των περισσοτέρων από εμάς με την Εκκλησία, τις διδαχές της, αλλά και την τέχνη αιώνων που τη συνοδεύει.

Για τη Βιβλιοθήκη σας μίλησε πριν από λίγο ο εκλεκτός συνάδελφος κ. Βασίλειος Κουδούνης. Εγώ θα προσπαθήσω συνοπτικά να σας παρουσιάσω το χθες, το σήμερα, αλλά και το αύριο του Μουσείου Εκκλησιαστικής Τέχνης, την επιμέλεια του οποίου είχα την τιμή να μου αναθέσει ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Ευστάθιος.

Η Λακωνία, γνωστή από την αρχαία εποχή με τον περίφημο πολιτισμό της Σπάρτης, δεν έπαυσε και κατά τους Χριστιανικούς χρόνους ν’ αποτελεί ισχυρό πνευματικό κέντρο και πόλο έλξεως χιλιάδων επισκεπτών, τόσο για τις ανυπέρβλητες φυσικές καλλονές, όσο κυρίως για τη μεγάλη πνευματική ακμή του Δεσποτάτου του Μυστρά. Τα Εκκλησιαστικά μνημεία του ευρύτερου χώρου της Λακωνίας αποτελούν παλαίστρες πνευματικές, θησαυρούς ανεκτίμητους και αναμφισβήτητα πολιτιστικές παρακαταθήκες. Η τοπική Εκκλησία με τα περίφημα Μοναστήρια της και το πλούσιο δια μέσου των αιώνων πνευματικό και πολιτιστικό της έργο, στάθηκε βιγλάτορας και κιβωτός της Βυζαντινής, Μεταβυζαντινής και Νεοελληνικής τέχνης και παράδοσης. Τους διασωθέντες αυτούς θησαυρούς και τα πολύτιμα κειμήλια έρχεται τώρα να «φέρει στο φως» το Μουσείο Εκκλησιαστικής Τέχνης της Ιεράς Μητροπόλεως μας.

Στο Μουσείο μπορεί να θαυμάσει κανείς φορητές εικόνες διαφόρων χρονικών περιόδων, τάσεων και τεχνοτροπιών, σπάνιας αξίας χειρόγραφα κωδίκων από Μοναστήρια της περιοχής, εξαιρετικά δείγματα χρυσοκεντητικής, αξιοθαύμαστα έργα εκκλησιαστικής αργυροχρυσοχοΐας, περίτεχνα ξυλόγλυπτα καθώς και μία σημαντική συλλογή αρχιερατικών ειδών προσφορά του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη μας κ. Ευσταθίου. Το σύνολο των εκθεμάτων αποκαλύπτει ένα απίθανο σκηνικό της ελληνικής – εκκλησιαστικής ιστορίας, φωτισμένο από διάφορες πλευρές, γνωστές ή άγνωστες.

Τα εκθέματα του Μουσείου προέρχονται απ’ όλη τη Μητροπολιτική περιφέρεια. Οι χειρόγραφοι κώδικες των Ιερών Μονών Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων καιΖερμπίτσης,με μέριμνα του μακαριστού Μητροπολίτη Μονεμβασίας και Σπάρτης κυρού Διονυσίου Δάφνου, που ποίμανε την Μητρόπολή μας από το 1936 έως το 1959, και εν συνεχεία του διαδόχου του μακαριστού Μητροπολίτη κυρού Κυπριανού Πουλάκου φιλοξενήθηκαν – με διάφορες κατά καιρούς μετακινήσεις – στο Ιστορικό Αρχείο Σπάρτης, που βρισκόταν στο παλαιό κτίριο του Οίκου των Ιεροκηρύκων, δίπλα στη Στέγη Νεότητος.

Όσον αφορά στη συγκέντρωση φορητών εικόνων αρχαιολογικής αξίας και ξυλόγλυπτων τέμπλων, ιδιαίτερη κινητικότητα και ενδιαφέρον επέδειξε κατά την διάρκεια της ποιμαντορίας του, από το 1959 έως το 1970, ο αείμνηστος Μητροπολίτης Κυπριανός. Τα συγκεντρωθέντα κειμήλια, που αρχικά φιλοξενήθηκαν στο ισόγειο του Οίκου των Ιεροκηρύκων, μεταφέρθηκαν στη συνέχεια από τον διάδοχό του μακαριστό Μητροπολίτη κυρό Ιερόθεο στο παλαιό Επισκοπείο, για να διαφυλαχθούν. Όταν κατεδαφίστηκε το Επισκοπείο, αποθηκεύτηκαν στην Ιερά Μονή Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων. Εκεί, όμως, ευρισκόμενα αποτελούσαν εύκολη λεία για τους φυσικούς τους εχθρούς, όπως το χρόνο, την υγρασία και τα τρωκτικά.

Σ’ αυτή την κατάσταση, υπό τον κίνδυνο της φθοράς και της λήθης, τα βρήκε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Ευστάθιος, ο οποίος, πέρα από το πλούσιο πνευματικό, φιλανθρωπικό και κοινωνικό του έργο, είναι γνωστό ότι διακατέχεται από ιδιαίτερη ευαισθησία σε θέματα πολιτιστικής κληρονομιάς. Έτσι, τοποθέτησε στον κατάλογο των προτεραιοτήτων του τη διάσωση των συγκεντρωθέντων εκκλησιαστικών θησαυρών, αλλά και την περαιτέρω συγκέντρωση κειμηλίων. Ύστερα από την επιβεβλημένη και επιστημονικά άρτια συντήρησή τους, επόμενο βήμα ήταν η φύλαξη και ανάδειξή τους μέσω της ίδρυσης, το 1991, του Μουσείου Εκκλησιαστικής Τέχνης, που αρχικά στεγάστηκε στο β΄ όροφο του νέου Επισκοπείου.

Ο Σεβασμιώτατος, όμως, δεν αρκέστηκε σε αυτά, αλλά οραματίστηκε την δημιουργία ενός σύγχρονου και λειτουργικού χώρου, που θα ήταν επισκέψιμος στο ευρύ κοινό και θα αποτελούσε ‘’στολίδι’’ της Ιεράς Μητροπόλεως μας, ‘’κτήμα’’ της τοπικής κοινωνίας και ενδιαφέροντα σταθμό για τους ευσεβείς επισκέπτες του τόπου. Με αυτή τη σκέψη – και πάντα υπό το ανύστακτο ενδιαφέρον του Ποιμενάρχη μας – ξεκίνησαν πέρυσι οι εργασίες κατασκευής του νέου Μουσείου.

Για να διασφαλιστεί το άρτιο του αποτελέσματος επιλέχθηκε ένας διακεκριμένος στους κόλπους της Εκκλησίας της Ελλάδος – και όχι μόνο – Μουσειολόγος, ο κ. Ιωάννης Γκερέκος, τον οποίο και ευχαριστούμε ιδιαιτέρως. Ο κ. Ιωάννης Γκερέκος αποφοίτησε το 1974 από το Πανεπιστήμιο Τέχνης της Φλωρεντίας. Εργάστηκε ως Συντηρητής Αρχαιοτήτων στο Υπουργείο Πολιτισμού, στη συντήρηση Τέμπλων και Τοιχογραφιών. Από το 1985 είναι μόνιμος Καθηγητής Συντήρησης Φορητών Εικόνων στο Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης του Τ.Ε.Ι. Αθήνας. Μελέτησε, διαμόρφωσε και συντήρησε τα εκθέματα σε δεκάδες Μουσεία, μεταξύ των οποίων, το Μουσείο Χριστιανικής Τέχνης του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Σαμπεζύ Γενεύης, της Αρχιεπισκοπής Αθηνών και σε αρκετές ακόμα Ιερές Μητροπόλεις στην Πατρίδα μας. Από το 1974 μέχρι σήμερα ασχολήθηκε με τη συντήρηση σπουδαίων εικόνων, πινάκων ζωγραφικής μεγάλων Ελλήνων και ξένων ζωγράφων, τοιχογραφιών, καθώς και ξυλογλύπτων. Έχει συγγράψει αξιόλογα βιβλία, σχετικά με την Εκκλησιαστική Τέχνη, ενώ έχει προβεί και σε σημαντικές ανακοινώσεις σε επιστημονικά συνέδρια.

Εκτός από τον κ. Γκερέκο, θα ήταν παράλειψή μου να μην ευχαριστήσω για την συμβολή τους στην μελέτη του εκθεσιακού υλικού και την δημιουργία του αξιόλογου σχετικού τόμου, που εξέδωσε η Ιερά Μητρόπολή μας το 1998, τον σπουδαίο καθηγητή και συγγραφέα κ. Θεοχάρη Προβατάκη, που είχε την γενική εποπτεία της όλης εργασίας καθώς και την συμπατριώτισσά μας Λέκτωρα του τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου κ. Γεωργία Μυλωνάκου – Σαϊτάκη, η οποία, ως αποσπασμένη εκείνη την εποχή στην Ιερά Μητρόπολή μας από το Υπουργείο Παιδείας, συνέβαλε τα μέγιστα στην εκδοτική προσπάθεια. Στις ευχαριστίες μου θα ήθελα να συμπεριλάβω τα μέλη του Μητροπολιτικού Συμβουλίου και τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Μουσείου, για τις συμβουλές και την στήριξή τους καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου καθώς και όλους όσοι εργάστηκαν με ιδιαίτερη θέρμη για την δημιουργία του αξιόλογου αυτού χώρου.

Ερχόμαστε τώρα στην λειτουργία και τους στόχους του Μουσείου, το οποίο, όπως προείπα, δεν δημιουργήθηκε από τον Σεβ. Μητροπολίτη μας κ. Ευστάθιο, για να μείνει μακριά από την κοινωνία, αλλά για να γίνει αντικείμενο θαυμασμού, εκπαίδευσης και -γιατί όχι- μελέτης. Για το λόγο αυτό ο χώρος θα είναι επισκέψιμος, με ελεύθερη είσοδο, αρχικά δύο φορές την εβδομάδα. Στους άμεσους στόχους μας είναι η συνεργασία με τους Προϊστάμενους Α/θμιας και Β/θμιας Εκπαίδευσης Λακωνίας, αλλά ακόμα και με τους υπεύθυνους των Σχολών Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης της Σπάρτης, ώστε με προγραμματισμένες επισκέψεις να μπορέσουν οι νέοι μας να έρθουν πιο κοντά στην Εκκλησιαστική Τέχνη και στην παράδοση αιώνων της Ορθόδοξης πίστης μας. Επίσης προγραμματισμένες επισκέψεις θα μπορούν να πραγματοποιούν τα Κατηχητικά μας σχολεία, οι Ενορίες μας καθώς και τοπικοί Σύλλογοι, ενώ δεν θα πρέπει να παραλείψουμε τους χιλιάδες επισκέπτες της Λακωνίας – ημεδαπούς και αλλοδαπούς – αρκετοί εκ των οποίων θα επιθυμούσαν να εντάξουν έναν τέτοιο ενδιαφέροντα σταθμό στο πρόγραμμα των διακοπών τους. Γενικότερα- και για να μη σας κουράσω με μελλοντικά σχέδια που έχουμε κατά νου – θα πω μόνο ότι θέλουμε να βλέπουμε το Μουσείο ως ένα ζωντανό κύτταρο, που θα εξελιχθεί σταδιακά, ώστε να αναδείξει ολόκληρο το εύρος των δυνατοτήτων του.

Ολοκληρώνοντας την ομιλία μου θα ήθελα να αναφερθώ στον σεπτό Ποιμενάρχη μας κ. Ευστάθιο και σε μία σημαντική επέτειο, που έχουμε σήμερα, όπως ακούσατε και πριν από τον κ. Κουδούνη. Ο Σεβασμιώτατος σαν σήμερα πριν 35 χρόνια, στις 28 Σεπτεμβρίου 1980, ενθρονίσθηκε στην Ιερά Μητρόπολή μας. Κατά την υποδοχή του στην είσοδο της Σπάρτης εξεφώνησε έναν άκρως συγκινητικό λόγο επιστέγασμα του οποίου ήταν η ιστορική πλέον φράση: «Δώστε μου τα χέρια σας και πάρτε την καρδιά μου…». Πολλοί μνημονεύουν ακόμα τα λόγια αυτά, υπογραμμίζοντας την αλήθεια που έκρυβαν, όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων. Ο σεπτός Ιεράρχης μας αυτά τα 35 χρόνια, μέσα από δυσκολίες και μερικές φορές απογοητεύσεις, αλλά πάντα με την βοήθεια του Θεού και πολλών ευσεβών Χριστιανών, χαρακτηριζόμενος από επιμονή και υπομονή, κατάφερε να δημιουργήσει σε όλο το εύρος της Ιεράς Μητροπόλεώς μας μία κυψέλη ανθρωπιάς, φροντίδας, μάθησης και πολιτισμού. Τα 4 φιλανθρωπικά ιδρύματα νοσηλείας εμπερίστατων συνανθρώπων μας, οι δύο Βρεφονηπιακοί Σταθμοί, το Πρόγραμμα ‘’Βοήθεια στο Σπίτι’’, τα πάντα ενεργά Φιλόπτωχα ταμεία, οι Κατασκηνώσεις Ταϋγέτης και Παλαιοκάστρου Βοιών, ο Ραδιοφωνικός Σταθμός που φιλοξενείται σε αυτό το κτίριο, και πλέον το Μουσείο Εκκλησιαστικής Τέχνης και η Βιβλιοθήκη μαρτυρούν του λόγου το αληθές. Το κυριότερο, όμως, αν μου επιτρέπεται, είναι η πνευματική σχέση που έχει οικοδομήσει με το ποίμνιό του. Σχέση αλληλεπίδρασης πατέρα – τέκνων, σχέση εμπιστοσύνης, σχέση θυσιαστικής αγάπης.

Ποτέ δεν λείψατε, Σεβασμιώτατε, από χαρές και από λύπες, ποτέ δεν επικαλεστήκατε κούραση, ποτέ δεν βαρυγκωμήσατε. Το μόνο που ζητούσατε πάντα ήταν η βοήθεια του Θεού, για να αντεπεξέλθετε στο -πολλές φορές επιβαρυμένο- πρόγραμμά σας και πάντα ο Μεγαλοδύναμος σας ενίσχυε και συνεχίζει να σας ενισχύει!

Σεβασμιώτατε, θα ήθελα να με συγχωρήσετε, που καταχράστηκα χρόνο για να πω δυο λόγια για την θεόπνευστη προσωπικότητά σας και τα 35 χρόνια συνεχούς προσφοράς στον τόπο μας, τον οποίο έχετε αγαπήσει το ίδιο και ίσως περισσότερο από την πατρώα για εσάς Μεσσηνιακή γη. Εύχομαι ο Πανάγαθος Θεός να σας προσφέρει υγεία και μακροημέρευση, ώστε να συνεχίσετε απρόσκοπτα για πολλά ακόμα χρόνια την θεάρεστη πνευματική, φιλανθρωπική και κοινωνική σας δράση.

Βίντεο: Ελλάδα TV

Close Menu