Χριστιανοί μου ἀγαπητοί,
Μέ τή συγκατάβαση τοῦ ἁγίου Θεοῦ πανηγυρίζουμε καί ἐφέτος τή μεγαλύτερη ἑορτή τῆς Παναγίας μας. Εἶναι τό Πάσχα τῆς Κυρίας Θεοτόκου, κατά τό ὁποῖο μεθίσταται ἀπό τή γῆ στόν Οὐρανό ὡς Βασίλισσα τῶν Οὐρανῶν καί τῆς γῆς.
Εἶναι ἡ θέση τῆς Παναγίας μας καί μέσα στή λατρεία τῆς ἐκκλησίας μας ὄχι μόνο ξεχωριστή ἀλλά πρωταρχική. Μετά ἀπό τόν Θεάνθρωπο Χριστό βρίσκεται ἡ Παρθένος Θεοτόκος, ἀπό τήν ὁποία πῆρε σάρκα ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ καί ἡ ὁποία χαριτώθηκε θαυμαστά καί θεϊκά ἀπό τήν ἕνωσή της μέ τόν σαρκωθέντα Κύριο τῶν πάντων.
Κορυφαία θέση κατέχει ἡ Μητέρα τοῦ Κυρίου μας καί στήν καρδιά καί στή σκέψη κάθε πιστοῦ χριστιανοῦ. Ἰδιαίτερη συγκίνηση καί ἀγάπη αἰσθανόμαστε, ὅταν ἀτενίζουμε τήν ἱερά μορφή της. Τό ὄνομά της ἔρχεται στά χείλη μας σέ κάθε δύσκολη στιγμή τῆς ζωῆς μας. Σ’ αὐτή ἐναποθέτουμε τήν ἐλπίδα μας, τά βάσανα καί τούς καημούς μας. Εἶναι ἡ Μεσίτρια πού μεταφέρει τά αἰτήματά μας στόν Παντοδύναμο Κύριο. Εἶναι ἡ Ὑπέρμαχος Στρατηγός, «πάντων θλιβομένων ἡ χαρά καί ἀδικουμένων ἡ προστάτις». Εἶναι «ἡ βακτηρία τῶν τυφλῶν, τῶν πεινασμένων ἡ τροφή, τῶν ὀρφανῶν ἡ βοηθός, ἡ ἐπισκέπτρια τοῦ ἀρρώστου».
Ὁ λαός μας, εἰδικότερα, τήν τιμᾶ καί τήν ἀγαπᾶ, ὅπως ἕνα παιδί λατρεύει καί λαχταρᾶ τή μητέρα του. Δέν τή θεωρεῖ σάν κάτι τό ἄυλο καί ὑπερκόσμιο, ἀλλά σάν μία ζωντανή, γήινη, φιλική παρουσία καί ἔχει σφυρηλατήσει ἕναν ἄρρηκτο δεσμό μέ τή Μεγαλόχαρη. Δέν ὑπάρχει πόλη, χωριό ἤ νησί χωρίς Ναό ἀφιερωμένο στή χάρη της. Οἱ ὡραιότεροι ψαλμοί, δείγματα ἀνυπέρβλητης ποιητικῆς ἔμπνευσης, ἔχουν γραφεῖ γιά τήν «ὑψηλοτέραν τῶν οὐρανῶν καί καθαρωτέραν λαμπηδόνων ἡλιακῶν». Οἱ καλλιτέχνες καί οἱ λογοτέχνες μας ἐμπνεύστηκαν ἀπό τή γλυκειά μορφή τῆς Παναγίας, τραγούδησαν τά θαύματά της, δημιούργησαν ἀριστουργήματα μοναδικῆς ἀξίας. Καί ὅλα αὐτά τῆς τά προσέφεραν ὡς τεκμήρια ἀγάπης καί σεβασμοῦ.
Εἶναι πλέον ἱστορική παράδοση, ὅτι ὁ πρῶτος ζωγράφος τῆς Θεοτόκου εἶναι ὁ Εὐαγγελιστής Λουκᾶς, πού τήν εἰκονογράφησε, ἐνῶ ἐκείνη ζοῦσε ἀκόμη. Ὅταν ὁλοκλήρωσε τήν εἰκόνα της καί τήν παρουσίασε στήν ἴδια, αὐτή ἔμεινε τόσο εὐχαριστημένη, ὥστε εὐλόγησε τή ζωγραφισμένη μορφή της, λέγοντας: «Ἡχάρις τοῦ ἐξ ἐμοῦ τεχθέντος Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἔσται μετ’ αὐτῆς πάντοτε». Μέ πρότυπο αὐτή τήν εἰκόνα, τή μοναδική πού ὑπῆρχε τότε, ἔγιναν καί ὅλες οἱ μεταγενέστερες. Μέ τόν καιρό, ὅμως, οἱ διάφοροι ἀσκητές ἁγιογράφοι τῆς προσέδωσαν τά χαρακτηριστικά ἐκεῖνα πού εἶναι σύμφωνα μέ τό ἱερό Εὐαγγέλιο καί τήν Παράδοση. Ἔτσι, δημιουργήθηκε ἡ Παναγία μέ τά ἄπειρα ὀνόματα, τά πρόσωπα καί τούς θρύλους.
Ἀκόμη καί οἱ βλάσφημοι συγκλονίζονται στό ἀντίκρισμα τῆς φυσιογνωμίας της καί ἀνακαλοῦνται στήν τάξη οἱ ποικιλώνυμοι ἀσεβεῖς, πού σήμερα εἶναι πολλοί. Ὅμως δέν εἶναι πρόοδος καί ἀπελευθέρωση ἡ ἀσέβεια. Δέν εἶναι ἐκσυγχρονισμός ἡ προώθηση καί ἡ ἐπιβολή κάθε ἰδέας ἔξαλλης, πού ἀντιβαίνει ἀκόμη καί στούς θεμελιώδεις νόμους τῆς φύσης καί τῆς λογικῆς. Τό νά κόβεις τίς ρίζες σου καί νά ἀρνεῖσαι ἀξίες καί πιστεύματα δέν εἶναι ἐπανάσταση, ὅπως ἰσχυρίζονται μερικοί προκατειλημμένοι καί ἐμπαθεῖς διανοούμενοι. Ἡ ἀπομάκρυνση ἀπό τό Θεό, τό ξέφτισμα τῶν παραδόσεων, ἡ παραχάραξη τῆς ἱστορίας καί ἡ ἔλλειψη ἰδανικῶν εἶναι ἡ μεγαλύτερη συμφορά τῶν λαῶν, βεβαιωμένη ὄχι μόνο ἱστορικά ἀλλά καί ἀπό τή σύγχρονη καθημερινότητα. Αὐτό εἶναι τό πρόβλημα τῆς ἐποχῆς μας.
Σήμερα, ἀδελφοί μου, μέ τή μεγάλη θεομητορική ἑορτή της ἡ Παναγία μᾶς ὑπενθυμίζει τή λύση τοῦ προβλήματος. Εἶναι τό μήνυμα τῆς ὑπακοῆς. Καθώς θαυμάζουμε τό ἐξαίσιο θαῦμα τῆς μεταστάσεώς της στούς οὐρανούς, ἀκοῦμε τήν ἱερά παρακαταθήκη της, τό λόγο τῆς διαθήκης της: «Ὅ,τι ἄν λέγῃ ὑμῖν, ποιήσατε», Αὐτό πού σᾶς λέγει ὁ Κύριος νά κάμετε.
Γι΄αὐτό ὅ,τι καί ἄν κάνουμε, ὅπου καί ἄν βρισκόμαστε, ὅποιοι καί ἄν εἶναι οἱ στόχοι μας, πάντα νά θυμόμαστε μέ τόν πρέποντα σεβασμό καί μέ διάθεση ὑπακοῆς τή μεγάλη πνευματική μας Μάνα. Εἶναι δίπλα μας, μᾶς παρακολουθεῖ μέ ἀγωνία, δακρύζει γιά τίς πτώσεις μας, χαίρεται γιά τά ἠθικά πρωτίστως ἐπιτεύγματά μας. Δέεται γιά τή σωτηρία μας. Μᾶς ἀγκαλιάζει μέ τήν ἀγάπη της καί μᾶς θωρακίζει μέ τή δύναμή της.
Θερμός Εὐχέτης πρός τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ