Τη Δευτέρα 8 Σεπτεμβρίου η Εκκλησία μας εόρτασε με την πρέπουσα λαμπρότητα το Γενέσιον της Θεοτόκου. Στην Ιερά Μητρόπολη μας, όπως κάθε χρόνο, πανηγύρισε η Ιερά Μονή Παναγίας Φανερωμένης, που βρίσκεται πλησίον της Αναβρυτής σε μία πανέμορφη και γραφική γωνιά του Ταϋγέτου. Την παραμονή της εορτής τελέσθηκε, σε κλίμα κατάνυξης, Πανηγυρικός Αρχιερατικός Εσπερινός μετά αρτοκλασίας χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Μονεμβασίας και Σπάρτης κ. Ευσταθίου και με την συμμετοχή πλειάδας κληρικών της περιοχής και των ιερομονάχων της Ιεράς Μονής των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων της οποίας μετόχι είναι η Ιερά Μονή Φανερωμένης.
Επίκαιρα μίλησε ο Πανοσ. Αρχιμανδρίτης π. Ευστάθιος Πορφύρης, ιεροκήρυκας της Ιεράς Μητροπόλεως μας, ο οποίος με γλαφυρό τρόπο αναφέρθηκε στο χαρμόσυνο γεγονός της γεννήσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου και στη σημασία που έχει αυτή για τους ανθρώπους της εποχής μας και την Ορθόδοξη πίστη μας.
Αξίζει να επισημάνουμε ότι στην Ιερά Μονή Φανερωμένης συνέρευσε, τόσο την παραμονή όσο και ανήμερα της εορτής, πλήθος πιστών, για να καταθέσει μέσω της προσευχής στην Υπεραγία Θεοτόκο την αγάπη, την πίστη, τις αγωνίες και τις προσδοκίες του.
Το παρελθόν και το παρόν της Ι.Μ Παναγίας Φανερωμένης
Ἡ Ἱερά Μονή χτίστηκε λίγο πρίν τά μέσα τοῦ 19ου αἰῶνα, πάνω σέ ἐρείπια παλιότερου ναοῦ, πού ἦταν ἐπίσης ἀφιερωμένος στήν Παναγία. Κτίτορας τῆς Μονῆς εἶναι ὁ Ἱερομόναχος Ἀθανάσιος Λαδόπουλος, ὁ ὁποῖος στήν παιδική του ἡλικία γύρω στό 1840, καθ’ ὑπόδειξιν τῆς Θεοτόκου, βρῆκε τήν εἰκόνα της, στήν θέση πού ὀνομάζεται «Ἀσκηταριό» καί εἶναι κάτω ἀπό τήν σημερινή Μονή. Ἐπίσης, ἡ Θεοτόκος ὑπέδειξε στόν κτίτορα τήν θέση πού χτίστηκε ἡ Μονή καί τήν ἐπωνυμία «Φανερωμένη» γιά τήν εἰκόνα της, πού ἡ ἴδια τοῦ φανέρωσε. Ὁ κτίτορας ἔχτισε καί τά πρῶτα κελλιά καί ἀγόρασε καί τήν περιοχή πού βρίσκεται στόν περιβάλλοντα χῶρο. Μέ ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου κατά τό ἔτος 1890 ἡ Ἱερά Μονή Φανερωμένης ἀναγνωρίστηκε ὡς ἰδιόκτητος τοῦ Ἱερομονάχου Ἀθανασίου Λαδοπούλου, ὁ ὁποῖος κατά τό ἔτος αὐτό προήχθη στό ἀξίωμα τοῦ Ἀρχιμανδρίτου. Στήν συνέχεια ἡ Μονή ἐξακουλούθησε νά διοικεῖται ἀπό τόν Ἡγούμενό της Ἀρχιμανδρίτη Ἀθανάσιο, πού εἶχε ἀναγνωριστεῖ ἐπίσημα ὡς ἰδιοκτήτης, κτίτορας καί ἱδρυτής αὐτῆς, μέχρι τόν ὁσιακό θάνατό του, πού συνέβη κατά τό Μάρτιο τοῦ 1910. Μετά τήν κοίμηση τοῦ κτίτορα περιῆλθε στήν κυριότητα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίων Τεσσαράκοντα σύμφωνα μέ τήν ἐπιθυμία του, ὅπως τήν εἶχε ἐκφράσει στήν ἰδιόχειρη διαθήκη του.
Ἡ ὁσιακή ζωή καί ἡ πνευματικότητα τοῦ κτίτορα, ἀλλά καί τῶν διαδόχων του ἁγιοσαραντιτῶν πατέρων μετοχιάρηδων πού στήν συνέχεια ὑπηρέτησαν στό μετόχι, τό κατέστησαν πανλακωνικό προσκύνημα. Πλῆθος χριστιανῶν συρρέουν γιά νά προσκυνήσουν τήν θαυματουργή εἰκόνα καθ’ὅλο τό ἔτος, κυρίως ὅμως κατά τήν ἡμέρα τῆς πανηγύρεως, ἀκόμη καί μέχρι σήμερα. Ἡ ἀνοδική πορεία τοῦ μετοχίου διακόπηκε προσωρινά κατά τήν περίοδο τοῦ Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, ὅπου τήν 16ην Νοεμβρίου 1943 γερμανικά στρατεύματα κατοχῆς, λεηλάτησαν, ἀνατίναξαν καί ἐπυρπόλησαν τό ἱερό μετόχι. Μετά τήν λήξη τοῦ πολέμου καί σέ σύντομο διάστημα ἡ Μονή ἀνοικοδομήθηκε χάρη στίς προσπάθειες τῶν τότε πατέρων καί στήν ὑλική βοήθεια πολλῶν εὐλαβῶν ντόπιων καί Ἑλληνοαμερικάνων Χριστιανῶν.
Σήμερα στό Μετόχι διακονεῖ, ἐπί 27 συναπτά ἔτη, ὁ Ἀρχιμανδρίτης π. Ἱερόθεος Βαρβιτσιώτης, ἀδελφός τῆς Μονῆς Ἁγίων Τεσσαράκοντα, συνεχίζοντας τό ἔργο τῶν προκατόχων του, δηλαδή τήν συντήρηση καί τόν ἐξωραϊσμό τοῦ μετοχίου. Ἔχει πραγματικά μετατρέψει τό μονύδριο σέ ἕνα μικρό παράδεισο καί κρατάει τήν πόρτα τῆς Μονῆς, ἀνοικτή γιά κάθε εὐλαβῆ προσκυνητή. Ἡ Μονή ἀπέχει ἀπό τήν Σπάρτη περίπου μισή ὥρα, ὑπάρχει καλός ἀσφαλτοστρωμένος δρόμος πού ὁδηγεῖ σ’αὐτή, μέσῳ μιᾶς πανέμορφης διαδρομῆς μέ θέα πρός τήν κοιλάδα τῆς Σπάρτης.