Εὐλαβέστατοι Λειτουργοί τοῦ Ὑψίστου,
Ἐντιμότατοι ἀξιωματοῦχοι τῆς Πολιτείας καί τοῦ Λαοῦ μας, Ἄρχοντες τοῦ Ἱστορικοῦ Νομοῦ μας καί τῆς περιάκουστης Σπάρτης,
Χριστιανοί μου ἀγαπητοί, γηγενεῖς καί φιλοξενούμενοι, πού ἀποτελεῖτε τά τίμια μέλη τῆς ἐπί γῆς Στρατευομένης Ἐκκλησίας μας
Ὅταν συμβεῖ ἕνα ἔγκλημα, τότε ὅλοι θέλουν νά μάθουν λεπτομέρειες πού σχετίζονται μέ αὐτό.
Διαβάζουμε ἐφημερίδες ἀκοῦμε ραδιόφωνο, βλέπουμε τηλεόραση καί ἐρωτᾶμε κάποτε καί ἀδιάκριτα. Οἱ ἐρωτήσεις συνήθως εἶναι τρεῖς: α) Ποιό εἶναι τό θῦμα, μεγάλος, μικρός, ἄνδρας γυναῖκα, μορφωμένος, ἀξιωματοῦχος;
β) Ποιός εἶναι ὁ δολοφόνος, εἶναι γνωστός μας, ἦταν γνωστός στό θῦμα, προέρχεται ἀπό το οἰκογενειακό ἤ συγγενικό περιβάλλον, εἶναι ἕλληνας ἤ ἀλλοδαπός;
γ) Τί ἔκανε ὁ ἄνθρωπος καί τόν σκότωσαν. Ποιά ἦταν ἡ αἰτία καί ἔφυγε ἀπό αὐτό τόν κόσμο μέ τροπο βασανιστικό καί χωρίς νά το περιμένει;
Πολλά ἐγκλήματα ἔχουν γίνει ἀπό τότε πού δολοφονήθηκε ἡ ἀγάπη στό πρόσωπο τοῦ Ἄβελ. Πολλοί ἄνθρωποι πού δέν εἶχαν τον Θεό τους, ὅπως λέγει ὁ λαός μας, σε μία στιγμή νεύρων ἤ ἀδυναμιῶν , σέ ὥρα πού δέν εἶχαν σῶες τίς φρένες τους ἤ ἡ ποικιλώνυμη ἁμαρτία εἶχε σκοτίσει τόν λογισμό τους ἤ τά συμφέροντα τους ἐθίγησαν ἤ καί δέν ἐξυπηρετοῦνταν, ὅπλισαν τό χέρι τους καί ἀφαίρεσαν τήν ζωή τοῦ συνανθρώπου τους χωρίς να σκεφθοῦν ὅτι οὔτε τέτοιο δικαίωμα εἶχαν, οὔτε νομιμοποιεῖται ὁ τρόπος αὐτός διεκδικήσεως ἤ ἐκδικήσεως.
Πολλοί ἀπό τους ἐγκληματίες ἦταν ἀπερίγραπτοι στήν ἐφευρετικότητα τῶν μέσων πού χρησιμοποίησαν, ὥστε νά ὑπερτεροῦν οἱ ἐγκληματικές τους πράξεις, μπροστά σε παρόμοιες ἐνέργειες πού εἶχαν γίνει κατά τήν πρό Χριστοῦ ἐποχή .
Ὅμως το πιό ἄδικο, τό πιό φρικτό καί ἀποτρόπαιο ἔγκλημα εἶναι ἡ Σταύρωση τοῦ Κυρίου μας στόν Γολγοθᾶ τό 33 μ.Χ. Τά τρία ἐρωτήματα πού ἀκολουθοῦν ὕστερα ἀπό ἕνα ἔγκλημα μπορεῖ νά διατυπωθοῦν μέ ἀφορμή τήν μεγάλη και ἀπερίγραπτη ἐγκληματική πράξη τῶν ἀνθρώπων τῆς ἐποχῆς ἐκείνης.
α. Ποιό ἦταν τό θῦμα;
Ἦταν Ἐκεῖνος πού δημιούργησε μέ τόν Πατέρα καί τό ἅγιο Πνεῦμα «τόν οὐρανόν καί τήν γῆν καί πάντα τά ἐν αὐτῇ».
Ἐκεῖνος πού, ἐνῶ ἡ δικαιοσύνη του ἀπαιτεῖ τήν τιμωρία καί μάλιστα μέ θάνατο κάθε ἁμαρτωλοῦ -«τά ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος», μακροθυμεῖ καί περιμένει τήν ἐπιστροφή του, ἀφοῦ «δέν θέλει τόν θάνατον τοῦ ἁμαρτωλοῦ ὡς τό ἐπιστρέψαι καί ζῆν αὐτόν».
Ἦταν Ἐκεῖνος πού «Θεός ὤν, ἀπερίγραπτος, ἄναρχος καί ἀνέκφραστος» ἔκλινεν οὐρανούς καί κατέβη» γιά νά προειδοποιήσει « πᾶσι σαρκί τήν ἐκ νεκρῶν ἀνάστασιν».
Ἦταν Ἐκεῖνος πού δέν ἐντρέπεται νά ἀποκαλεῖ ἐμᾶς τούς ἀναξίους ἄλλοτε παιδιά του «τεκνία μου» ἄλλοτε ἀδελφούς του. «Οὐκ ἐπαισχύνεται ἀδελφούς καλεῖν».
Ἦταν Ἐκεῖνος πού μέ ἀνύστακτη φροντίδα προνοεῖ γιά τήν ζωή καί τήν ὕπαρξη τῶν ὄντων καί κατευθύνει ὅλη τήν δημιουργία μέ σοφία, προκειμένου νά πραγματοποιήσει τον προορισμό της.
Ἦταν Ἐκεῖνος πού, ὅταν ὡς θεῖο βρέφος γεννήθηκε, ἄγγελοι ἔψαλλαν το «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ» καί ποιμένες προσκύνησαν «ἔνδον ἐν τῷ Σπηλαίῳ».
Ἦταν Ἐκεῖνος «πού διῆλθεν τον βίον αὐτοῦ εὐεργετῶν καί ἰώμενος πάντας»,
Ἐκεῖνος πού ἄνοιξε τά μάτια τοῦ δυστυχισμένου τυφλοῦ καί τόν ἔκανε πανευτυχῆ δίδοντας το πολύτιμο φῶς του.
Ἐκεῖνος πού θερἀπευσε τούς δέκα λεπρούς γιά νά εἰσπράξει τήν ἀχαριστία τῶν ἐννέα καί νά λάβει τίς εὐχαριστίες ἀπό ἕνα μόνο.
Ἦταν Ἐκεῖνος πού θεράπευσε τά πόδια τοῦ παραλύτου, πού ἀνάστησε την κόρη τοῦ Ἰαείρου, το μονάκριβο παιδί μιᾶς χήρας μάνας στήν Ναΐν, τον φίλο του Λάζαρο πού ἦταν πεθαμένος τέσσερις μέρες.
Ἦταν Ἐκεῖνος πού, ὅταν μιλοῦσε οἱ ἄνθρωποι ξεχνοῦσαν το σπίτι τους, τήν δουλειά τους, τήν πεῖνα τους καί κρέμονταν ἀπό τά χείλη του, γιατί ὁ λόγος του ἦταν « γλυκύτερος ὑπέρ μέλι καί κηρίον καί ἀξιώτερος ὑπέρ χρυσίον καί τοπάζιον».
Ἦταν Ἐκεῖνος γιά τόν ὁποῖο καί οἱ ἐχθροί του ἀκόμη ὁμολογοῦσαν ὅτι « οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος, ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος».
β. Ποιός ἦταν ὁ δράστης, ποιος ὁ ἀπαίσιος σταυρωτής, ποιος ὁ ἄσπλαχνος κακοῦργος; Εἶναι βεβαίως ὁ Ἰούδας πού τόν πρόδωσε γιά τριάντα ἀργύρια. Εἶναι ὁ Ἡρώδης Ἀντύπας, βασιλιάς τότε τῆς Ἰουδαίας, πού ὑπέγραψε την καταδίκη του. Εἶναι ὁ Πιλάτος, Ρωμαῖος Διοικητής τῆς Ἰουδαίας, πού, ἐνῶ τόν χαρακτηρίζει τρεῖς φορές ἀθῶο, ὕστερα ἀπό τίς ἀνακρίσεις πού ἔκαμε, λέγοντας «οὐχ εὑρίσκω ἐν αὐτῷ αἰτίαν», «ἀθῶος εἰμί ἀπό τοῦ αἵματος τοῦ δικαίου τούτου, ὑμεῖς ὄψεσθε», ἐν τούτοις τον καταδικάζει νά σταυρωθεῖ. Εἶναι θῦτες ἀκομη καί οἱ δύο ἀρχιερεῖς Καϊάφας καί Ἄννας, πού καί αὐτοί, μέ τον λόγο τους καί τόν τρόπο τους, τον ὁδηγοῦν στήν ἐκτέλεση.
Εἶναι ἀκόμη οἱ στρατιῶτες πού τον ἐμπαίζουν, αὐτοί πού τον φραγγέλωσαν, αὐτοί πού κάτω ἀπό τον σταυρό τον βλασφημοῦν, εἶναι ὁ ἕνας ἐκ τῶν δύο ληστῶν πού τον ὀνειδίζει καί ἄλλοι πολλοί την στιγμή ἐκείνη.
Ὅλοι ἐμεῖς εἴμαστε ἕτοιμοι νά φωνάξουμε διαμαρτυρόμενοι γιά την ἄδικη σφαγή του, γιά τον ἀτιμωτικό θάνατο, γιά την ἀναιτιολόγητη καταδίκη του καί νά παρουμε στα χέρια μας πέτρες ἐναντίον τῶν σταυρωτῶν του.
Ὅμως , ἄν κάνουμε μιά αὐτοεξέταση , ἕνα αὐτοέλεγχο καί κρίνουμε τον ἑαυτό μας, ὄχι μέ ἐπιείκεια, ὅπως συνήθως κάνουμε, ἀλλά μέ αὐστηρότητα καί δικαιοσύνη, θά διαπιστώσουμε ὅτι ἀνάμεσα στους σταυρωτές εἴμαστε καί μεῖς ἀφοῦ ὁ Χριστός καί στην ἐποχή μας ξανασταυρώνεται.
Σταυρωτής εἶναι ὁ κάθε παραβάτης τοῦ νόμου του, κάθε παραβάτης τῶν θείων ἐντολῶν του.
Οἱ Ἰουδαῖοι τοῦ ἔβαλαν τέσσερα καρφιά στο ἅγιο σῶμα του, χίλια καρφιά τοῦ βάζουν ἐκεῖνοι πού χωρίς φόβο Θεοῦ τον ὑβρίζουν καί τον βλασφημοῦν.
Οἱ Ἑβραῖοι ἔτρεξαν στους ἀγρούς καί μάζεψαν ἀγκάθια, ἔφτιαξαν στεφάνι μ΄αὐτά καί μέ πίεση το τοποθέτησαν στην ἁγία κεφαλή του, μέ ἀποτέλεσμα το αἷμα πού κύλισε νά πορφυρώσει ὅλο το μέτωπό του. Καί ἐμεῖς τοῦ πλέκουμε καινούργιο στεφάνι, ὅταν μέ τά ψεύδη μας, μέ την ἀπρόσεκτη γλῶσσα μας, μέ τά αἰσχρά λόγια μας καί μέ τις συκοφαντίες μας πληγώνουμε τόν συνάνθρωπό μας καί διασύρουμε την τιμή και ὑπόληψή του.
Τόν ξανασταυρώνουμε καί ἐμεῖς, ὅταν μένουμε μακριά ἀπό τον πόνο τοῦ ἀδελφοῦ μας καί δέν συμμεριζόμαστε τά προβλήματά του.
Μοιάζει μέ τον στρατιώτη πού τον ἐλόγχευσε καί ἐκεῖνος πού δέν σέβεται την καθαρότητα τοῦ σώματός του καί μολύνει την ἁγνότητά του μέ πράξεις πού ἐντρέπεται κανείς καί νά τις ἀναφέρει.
«Πόσο φοβερό ἁμάρτημα εἶναι ἡ ἀχαριστία! Πῶς δημιούργησε τον ἄνθρωπο ὁ Θεός καί πῶς κατάντησε τόν Θεό ὁ ἄνθρωπος!» φωνάζει ἀγανακτισμένος ὁ μεγάλος ρήτορας τῆς νεώτερης ἐποχῆς Ἠλίας Μηνιάτης.
γ. Τέλος το ἐρώτημα πού κυριαρχεῖ ἔχει σχέση μέ τήν αἰτία τοῦ ἐγκλήματος. Γιά ποιό λόγο ἔγινε; Τι κακό εἶχε κάνει; Τι ἀφορμή ἔδωκε, προκειμένου νά βγάλει ὁ καθένας τά συμπεράσματά του.
Ὁ Κύριός μας σταυρώθηκε, γιατί ἡ ἀρετή του «ἐκάλυψεν οὐρανούς». Τόν ἐνάρετο, δέν τον θέλουν οἱ πολλοί, τον θεωροῦν «βαρύ καί βλεπόμενον». Δέν μποροῦν νά τον ἔχουν μαζί τους, στήν παρέα τους, γιατί δέν ταυτίζεται μέ τις ἀπόψεις τους πού εἶναι πονηρές.
Ὁ Κύριός μας καταδικάσθηκε σέ σταυρικό θάνατο, γιατί ἦταν ὁ ἐφιάλτης ὅλων τῶν ἀρχόντων τῆς ἐποχῆς του πού δέν εἶχαν καθήσει στην καρέκλα τῆς ἐξουσίας ἀλλά στο σβέρκο τῶν ἀνθρώπων καί φοβοῦνταν ὅτι το ἐπαναστατικό κήρυγμα τοῦ Κυρίου θ΄ἄνοιγε τά μάτια τους καί θά εἶχε ἀποτέλεσμα την συμφορά τους.
Ὁ Κύριός μας ἐσταυρώθη, γιατί εἶπε την ἀλήθεια πού εἶναι μέν τοῦ Θεοῦ, ἀλλά πάντοτε πικρή γιά τους συνανθρώπους μας.
Δυστυχῶς πολλοί ἐπιζητοῦν διακαῶς τον ἔπαινο καί την κολακεία καί πικραίνονται ἀπό την ἀλήθεια πού θά τους βοηθήσει νά ἀποκτήσουν το «γνῶθι σαυτόν».
Εἶπε ἡ γυναικα στόν ἄνδρα τήν ἀλήθεια; Ἀλλοίμονο της γιατί ἐκεῖνος θά τρέξει ἀμέσως γιά τό διαζύγιο. Εἶπε ὁ ἄνδρας στην γυναίκα του την ἀλήθεια; Συνήθως καί ἐκείνη ἀκολουθεῖ τον ἴδιο δρόμο τοῦ διαζυγίου ἤ ἐγκαταλείπει την συζυγική στέγη.
Εἶπαν οἱ γονεῖς στα παιδιά τους την ἀλήθεια; Ἀπό την ἑπομένη ψάχνουν νά βροῦν ἰδιαίτερο διαμέρισμα γιά νά μήν ἔχουν στο κεφάλι τους κανένα. Το ἴδιο συμβαίνει καί μέ τους ἐργαζόμενους στην συνεργασία τους με συναδέλφους ἤ προϊσταμένους.
Ὁ Κύριός μας σταυρώθηκε, γιατί ἀγάπησε τους ἀνθρώπους καί γιατί ποικιλοτρόπως τους εὐεργέτησε. Εἶναι βλέπετε ἡ εὐγνωμοσύνη οὐράνια ἀρετή και δέν καλλιεργεῖται σ΄ὅλες τις καρδιές. Ἡ ψυχολογία τοῦ εὐεργετημένου ἀπαιτεῖ νά ἐκφράζει εὐκαίρως-ἀκαίρως τίς εὐχαριστίες του στόν εὐεργέτη του. Ὅμως δέν τον ἀφήνει ὁ ἐγωισμός του καί προσπαθεῖ νά λησμονήσει το καλό πού τοῦ ἔκαμε ὁ συνάνθρωπος. Ἐπειδή δέν καταφέρνει νά το σβήσει ἀπό την μνήμη του, προσπαθεῖ στην ἀρχή ἀπεγνωσμένα νά το ὑποτιμήσει καί στην συνέχεια νά κατηγορήσει ἐκεῖνον πού τον εὐεργέτησε ἤ ἀκόμη χειρότερα νά τον ἐξοντώσει, γιά νά ἠρεμήσει τήν συνείδησή του. Γι΄αὐτό καί ὁ Πλάτων ἔλεγε ἐπιγραμματικά αὐτό πού καθένας μας ἔχει ἐκ τῆς πείρας του δοκιμάσει: «οὐδείς ἀσφαλέστερος ἐχθρός τοῦ εὐεργετηθέντος».
Ὁ Κύριός μας σταυρώθηκε, γιατί σκόρπισε τά ροδοπέταλα τῆς καλοσύνης στους ἀνθρώπους, γιά νά δώσει το μήνυμα το διαχρονικό, ὅτι, ἄν καί ἐμεῖς ἀκολουθήσουμε τά ἴχνη του στήν ζωή μας, θά ἀκολουθήσουμε καί την πορεία του στον Γολγοθᾶ.
Εἶναι ὅμως παρήγορο το γεγονός ὅτι τόν Σταυρό ἀκολουθεῖ ἡ Ἀνάσταση καί την Μεγάλη Παρασκευή ἡ Κυριακή τοῦ Πάσχα.
Ὁ Μονεμβασίας καί Σπάρτης
ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ