Π ρ ὸ ς
Τούς εὐσεβεῖς χριστιανούς τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας.
Χριστιανοί μου Ἀγαπητοί,
Ὁ ἐμπνευσμένος ὑμνογράφος μέ πολύ σεβασμό καί μέ μεγάλο θαυμασμό στέκεται μπροστά της καί ἱκετευτικά τήν παρακαλεῖ νά τόν σώσει ἀπό τά αἰώνια βάσανα, ἀφοῦ προηγουμένως τή χαρακτηρίζει ‘’θλιβομένων χαρά’’.
Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι πού ζοῦν στόν πολυστένακτο πλανήτη μας διψοῦν τή χαρά, ἀλλά δέν τή βιώνουν. Τήν ἐπιδιώκουν, ἀλλά δέν τή συναντοῦν. Τή λαχταροῦν, ἀλλά κάποτε τή νιώθουν μόνο στά ὄνειρά τους. Θυσιάζουν γι΄ αὐτήν ὧρες, κόπο, χρήματα, μά αἰσθάνονται μόνο τή γεύση της γιά λίγη ὥρα καί ὕστερα πάλι τήν ἀναζητοῦν.
Οἱ θλίψει τῆς ζωῆς εἶναι ἀναρίθμητες. Δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος ὁ ὁποῖος νά μήν τίς δοκίμασε. Δέν ὑπάρχει χρόνος, οὔτε μήνας, οὔτε ἡμέρα κάποτε οὔτε καί ὥρα πού νά μή λυπήθηκε ὁ καθένας μας.
Λυπούμαστε, ὅταν χάνουμε ἐμεῖς ἤ τά προσφιλῆ μας πρόσωπα τήν πολύτιμη ὑγεία. Λυπούμαστε, ὅταν ἀποτυγχάνουμε καί βλέπουμε τά ὄνειρά μας νά σωριάζονται ἀνεκπλήρωτα. Λυπούμαστε, ὅταν μιά θεομηνία, σεισμός, καταποντισμός, παγετός, καύσωνας καταστρέφει τούς κόπους μας, τά εἰσοδήματά μας, τό ἴδιο τό σπίτι μας. Λυπούμαστε ἀκόμη, ὅταν δέ μᾶς ἀγαποῦν, δέ μᾶς συμμερίζονται, δέ μᾶς ὑπολογίζουν, ἔστω καί ἄν ἐμεῖς ἀπέναντί τους δείχνουμε τήν ἀγάπη μας. Λυπούμαστε, ὅταν οἱ ἄλλοι γίνονται ἀχάριστοι καί προσπαθοῦν νά λησμονήσουν τό καλό πού τούς κάναμε, εὐτελίζοντάς το καί στρέφοντας τήν ὀργή τους ἐναντίον μας, γιά νά ἐπαληθεύεται τοῦ σοφοῦ Πλάτωνα ὁ λόγος, ὅτι ‘’οὐδείς ἀσφαλέστερος ἐχθρός τοῦ εὐεργετηθέντος΄΄. Δηλαδή ὁ πιό σίγουρος ἐχθρός τοῦ εὐεργέτη εἶναι ὁ εὐεργετημένος ἀπό αὐτόν. Λυπούμαστε, ἀκόμη, βλέποντας τό κακό πού ὑπάρχει στήν κοινωνία καί τόν ξεπεσμό τῆς ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας. Ποῦ πάει, ἀλήθεια, σήμερα ἡ κοινωνία; «Στό πουθενά» θά ἀπαντοῦσε ἕνας σοβαρός παρατηρητής. Αὐτή ἡ πορεία χωρίς πυξίδα, αὐτός ὁ κατήφορος χωρίς γυρισμό προκαλεῖ ὄχι μόνο στίς εὐαίσθητες ψυχές ἀλλά καί στούς ἀδιάφορους θλίψη καί στενοχώρια.
Μερικοί λυποῦνται καί ὅταν βλέπουν τήν εὐτυχία καί τήν πρόοδο τοῦ συνανθρώπου τους. Αὐτό εἶναι τό χειρότερο ὀλίσθημα, γιατί μαρτυρεῖ ἔλλειψη ἀγάπης καί ὕπαρξη φθόνου πού εἶναι φοβερή, ἐπιζήμια καί ἐπικίνδυνη ἀρρώστια τῆς ψυχῆς.
Τέλος, γιά νά περιοριστοῦμε μόνο σ΄αὐτά, ἄλλοι λυποῦνται, ὅταν ὑποχωροῦν στίς προκλήσεις τοῦ πειρασμοῦ καί χωρίς ἀποθέματα ἀντιστάσεως ὑποκύπτουν, διαπράττοντας κάθε εἴδους ἁμαρτία. Βέβαια πρέπει νά ποῦμε γι΄ αὐτούς τούς τελευταίους ὅτι, ὅταν δημιουργεῖται μέσα στήν ψυχή τους ἡ λύπη γιά τήν ἁμαρτία πού διέπραξαν, αὐτό σημαίνει ὅτι εὑρίσκονται στό δρόμο τῆς μετανοίας καί τῆς ἐπιστροφῆς. Ἀλλοίμονο σέ ἐκείνους πού δέν κλαῖνε, ὅταν ἁμαρτάνουν καί τρις-ἀλλοίμονο σ΄αὐτούς πού γελᾶνε, ὅταν ἁμαρτάνουν ἤ καί ἀδιαφοροῦν γιά τήν πληγή τους.
Ἑπομένως, ὅλοι οἱ ἄνθρωποι κάθε ἡλικίας καί τάξεως καί τῶν δύο φύλων δοκιμάζουν στή ζωή τους, ὅσο λίγη καί ἄν εἶναι, θλίψη καί στενοχώρια. Καί ἐπειδή ἔχουμε ὅλοι τήν ἐμπειρία τῆς θλίψης, εἶναι πλεονασμός νά περιγράψουμε ἐδῶ τήν ψυχική μας κατάσταση, πού κάποτε φτάνει μέχρι τρέλας. Συντρίβεται ἡ ψυχή μας, ὅπως τό σιτάρι γίνεται σκόνη μέσα στό μῦλο. Χάνει τήν ἠρεμία του ὁ ἄνθρωπος, τό χαμόγελό του, τόν ὕπνο του, τήν ὄρεξή του γιά φαγητό. Δέ θέλει νά βλέπει κανέναν, οὔτε τά πιό προσφιλῆ του πρόσωπα. Ἀκόμη τοῦ φταῖνε τά ροῦχα πού φοράει.
Ποιός θά λυτρώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό αυτή τή δοκιμασία, πού εἶναι πραγματική συμφορά; Ἡ Παναγία μας. Αὐτή εἶναι τῶν ‘’χριστιανῶν προστάτις’’. Αὐτή εἶναι ‘’τῶν θλιβομένων χαρά καί ἀντίληψις’’. Ἐκείνη δοκίμασε ὅλες τίς θλίψεις τῆς ζωῆς πού δοκιμάζουμε καί ἐμεῖς, ἐκτός ἀπό τή θλίψη πού προέρχεται ἀπό τήν ἁμαρτία. Γιατί ἐκείνη ποτέ δέν ἁμάρτησε. Εἶναι ἡ «Ἁγία ἁγίων μείζων», εἶναι ἡ ὑπεραγία, δηλαδή πάνω ἀπό ὅλους τούς Ἁγίους, εἶναι ἡ ἄχραντος καί πανάχραντος, αυτή πού δέ μολύνθηκε ἀπό τίποτα, αὐτή πού δέν τήν πλησίασε οὔτε ἡ σκιά τῆς ἁμαρτίας. Ἀφοῦ, λοιπόν, ἔχει τήν ἐμπειρία τῆς θλίψεως, εἶναι σέ θέση τώρα πού εὑρίσκεται κοντά στό Θεό, στά δεξιά του μάλιστα καταστόλιστη καί ὁλόφωτη, νά πρεσβεύει γιά τήν ἀπαλλαγή μας καί τή λύτρωσή μας. Ἀφοῦ καί ἐκείνη δοκίμασε τή θλίψη ἀπό τή Σταύρωση τοῦ Κυρίου μας, ἀπό τήν ἀχαριστία τῶν ἀνθρώπων καί ἀπό τό θάνατο τῶν ἁγίων γονέων της, εἶναι σέ θέση νά μᾶς κατανοήσει, νά μᾶς συμμεριστεῖ, νά μᾶς συντροφεύσει σέ μία ἐπώδυνη πορεία καί νά μᾶς βοηθήσει ἀποτελεσματικά μέ τό ἁγιασμένο παράδειγμά της, μέ τήν εὐχή καί εὐλογία της, μέ τήν παρρησία πού διαθέτει στόν Κύριό μας πού εἶναι καί Θεός της καί Υἱός της. Γνωρίζουμε ὅλοι «ὅτι πολύ ἰσχύει δέησις Μητρός πρός εὐμένειαν Δεσπότου».
Ἀδελφοί μου,
ἐφέτος αὐτή τήν προσευχή ν΄ ἀπευθύνουμε στήν Παναγία μας πού εἶναι τῶν θλιβομένων τό στήριγμα καί ἡ παρηγοριά. Νά τήν παρακαλέσουμε νά εἶναι κοντά μας στή θλίψη μας, ἀπό ὅποια αἰτία αὐτή καί ἄν προέρχεται, καί νά μᾶς συντροφεύει σ΄ὅλη τή ζωή μας μέ τήν εὐλογημένη παρουσία της. Νά εὐχηθοῦμε ἐφέτος καί νά τήν παρακαλέσουμε γιά ὅλους τούς πονεμένους ἀδελφούς μας, ὥστε ἀπό τή δοκιμασία τους νά βγοῦν ὠφελημένοι καί ἀπό το πικρό πού τώρα δοκιμάζουν νά προέλθει γλυκύ. Ἐκείνη νά παρακαλέσουμε νά γίνει Σίμων Κυρηναῖος γιά τόν καθένα μας, ὥστε μαζί μέ Ἐκείνη νά σηκώσουμε τό σταυρό τῶν θλίψεών μας. Ἄν πάλι εἶναι θέλημα τοῦ Υἱοῦ της αὐτό τό σταυρό νά τόν φέρουμε μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς μας, νά μᾶς δώσει τή δύναμη μέχρι τότε, ὥστε νά ἀντέξουμε. Κάποτε μᾶς σώζει ἀπό τίς θλίψεις καί ἄλλοτε μᾶς σώζει μέ τίς θλίψεις.
Στή χαρά μας σήμερα γιά τή γιορτή της μήν ξεχάσουμε καί τούς πονεμένους ἀδελφούς μας πού περιθάλπονται στά πολλά ἱδρύματα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας καί βρίσκουν τή λύση τῶν προβλημάτων τους κοντά στήν Ἐκκλησία μας πού σάν Μάνα φιλόστοργη τούς συμπαρίσταται.
Πάλι καί ἐφέτος θά ζητιανέψω τήν ἀγάπη σας γι΄ αὐτούς καί θά σᾶς παρακαλέσω νά προσφέρετε στό δίσκο πού θα περιαχθεῖ ὅ,τι ἐπιθυμεῖ ἡ καρδιά σας, ὅ,τι ἀναπαύει τήν ψυχή σας, ὅμως με καλή διάθεση πού θά εἶναι ζυμωμένη μέ τήν ἀγάπη καί τήν ἐλπίδα.
Εὔχομαι σέ ὅλους χρόνια πολλά καί ἡ Παναγία μαζί σας.
Εὐχέτης πρός τόν Θεό
Ὁ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
Ὁ ΜΟΝΕΜΒΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΣΠΑΡΤΗΣ
ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ