Ομιλία του Μοναχού π. Σιλουανού Σφυρίου αδελφού της Ι. Μ. Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων Σπάρτης για τον μακαριστό Μητροπολίτη Μεσσηνίας κυρό Μελέτιο Σακελλαρόπουλο.
(Η ομιλία εκφωνήθηκε την Κυριακή 25 Αυγούστου 2013 με την ευκαιρία συμπληρώσεως 80 χρόνων από την προς Κύριον εκδημία του).
Σεβασμιώτατε Ποιμενάρχα μας κ. κ. Εὐστάθιε
Σεβαστοὶ πατέρες
Ἀγαπητοὶἀδελφοὶ
Ἔχουν περάσει ὀγδόντα χρόνια ἀπὸ τὴν πρὸς Θεὸν ἐκδημία τοῦ πάλαι ποτε Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μεσσηνίας κυροῦ Μελετίου, τοῦ σπουδαίου αὐτοῦ ἐκκλησιαστικοῦἀνδρός καὶ μεγάλου πνευματικοῦἀναστήματος τῆς Ἑλλαδικῆς Ἐκκλησίας μας, καὶἡ μνήμη του παραμένει ἀκόμα ζωντανὴ μέσα στὶς ψυχὲς καὶ στὶς καρδιὲς ὅλων τῶν χριστιανῶν, ἰδιαιτέρως δὲἐκείνων ποὺἀνήκουν στὸ Χριστεπώνυμο πλήρωμα δυὸ μητροπόλεων, οἱὁποῖες μέσα σὲ μία ἅμιλλα ἀγάπης διεκδικοῦν τὴν ἁγία του μορφὴἡ καθεμιὰ γιὰ τὸν ἑαυτό της, τῆςἔνδοξης Μητροπόλεως Μονεμβασίας καὶ Σπάρτης, ἡ ὁποία τὸν ἐγέννησε καὶ τὸν ἀνέθρεψε, καί τῆς ἀδελφῆς πρός αὐτήν Μητροπόλεως Μεσσηνίας, ἡ ὁποία εὐτύχησε καί εὐλογήθηκε ἀπό τό Θεό νά τόν ἔχει ἐπί μία τριακονταετία περίπου ἄγγελο καὶ Ποιμένα της. Ἀλλὰ καὶἡ δική μας ἱστορική Μονή τῶν Ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων Σπάρτης, εὐκλεὴς καὶἀειθαλλής βλαστὸς τῆς ὁποίας ὑπῆρξε ὁἀοίδιμος μητροπολίτης Μελέτιος, ἔχει κάθε λόγο νὰ χαίρεται καὶ νὰἀγάλλεται, νὰ σεμνύνεται καὶ νὰ καυχᾶται ἐν Κυρίῳ γιὰ τὸἄξιο τέκνο της.
Ὁ ἐκ Βασσαρᾶ τῆς Λακωνίας ὁρμώμενος μακαριστὸς ἱεράρχης Μελέτιος Σακελλαρόπουλος ὑπῆρξε πολυσχιδὴς προσωπικότητα τὴν ὁποία ὁ Κύριός μας εὐλόγησε μὲ πλούσια καὶ πολλὰ χαρίσματα.
Τὸν διέκριναν ἡ σύνεση καὶἡ αὐστηρότητα τοῦ βίου συνδυασμένες μὲ τὴν φιλανθρωπία καὶ τὴν πρὸς τοὺς ἐλαχίστους ἀδελφοὺς τοῦ Κυρίου εὐσπλαχνία καὶ κατανόηση.
Ἐπίσης τὸν διέκριναν μία φιλομάθεια καὶ μία ὁρμὴ πρὸς τὴν ἀπόκτηση ἀνώτερης θεωρητικῆς καὶἐπιστημονικῆς γνώσης συνδυασμένη μὲ τὴν σωστὴἀντίληψη περὶ τοῦ πρακτέου καὶ τὴν ἱκανότητα ἀποτελεσματικῆς ἄσκησης τοῦ τεράστιου καὶ κοπιώδους ἔργου τῆς διοικήσεως καὶ διαποίμανσης μίας ὁλόκληρης ἐκκλησιαστικῆς ἐπαρχίας.
Ὁ κατὰ κόσμον Μιχαὴλ Σακελλαρόπουλος γεννήθηκε στὸ χωριὸ Βασσαρᾶς τῆς Λακεδαίμονος τὸ 1852. Ὁ πατέρας τουἦταν ἱερέας καὶ μετέδωσε στὸν βλαστό του, τὴν ἀγάπη του πρὸς τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Τελείωσε τὸ δημοτικὸ σχολεῖο τοῦ χωριοῦ του καὶ συνέχισε τὶς σπουδὲς του στὸἙλληνικὸ Σχολεῖο τῆς Σπάρτης. Ἀκολούθως ἔγινε δόκιμος μοναχὸς στὴν Ἱερὰ ΜονὴἉγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων. Μὲ προτροπὴ τοῦἱεροκήρυκα π.Ἰερόθεου Μητρόπουλου, ἐστάλη ἀπὸ τὴν Μονὴ τῆς μετανοίας του, γιὰ τὴν ὁλοκλήρωση τῶν ἐγκυκλίων σπουδῶν του, στὸ Γυμνάσιο Σπάρτης. Ἀξίζει νὰ σημειώσουμε ὅτι ὁ τότε καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς μας Παΐσιος Ζαχαρακόπουλος, καὶ αὐτὸς καταγόμενος ἐκ Βασσαρᾶ, τὸν στήριζε ὑλικὰ καὶ τὸν καθοδήγησε πνευματικὰ στὰ πρῶτα του βήματα μέσα στὴν ἀκμάζουσα Ἱερὰ Μονὴ, τὴν ὁποία ἀγάπησε μὲ πάθος καὶἔνθεο ζῆλο.
Τὴν Πρωτοχρονιὰ τοῦ 1878 κείρεται μοναχὸς τῆς Ἱερᾶς μας Μονῆς. Τὸ καλοκαίρι τοῦ ἰδίου ἔτους λαμβάνει τὸν πρῶτο βαθμὸ τῆς ἱερωσύνης ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Φωκίδος Δαυίδ, στὸν Ἱερὸ Ναὸ τῆς Ἁγίας Τριάδος Πειραιῶς. Τὸ 1879 ἐγγράφεται στὴν Θεολογικὴ σχολὴ τοῦἘθνικοῦ καὶ Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, ἀπὸ τὸὁποῖο ἀποφοίτησε τὸ 1885. Μετὰ τὴν ἀποφοίτησή του διορίζεται Σχολάρχης στὸἈλιβέρι τῆς Εὐβοίας, ἐνῷἀργότερα μετατίθεται στὴ Σπάρτη καὶ μετὰ ξανὰ στὴν Εὔβοια, στὴν Κάρυστο. Στὶς 8 Ἰουλίου 1890 κι ὄντας 12 χρόνια στὸν πρῶτο βαθμὸ τῆς ἱερωσύνης ὁ μητροπολίτης Πατρῶν Δαμασκηνός, τὸν χειροτονεῖ Πρεσβύτερο κι ἀμέσως διορίζεται γιὰ λίγο χρονικὸ διάστημα καθηγητὴς στὴν μέση ἐκπαίδευση.
Λόγῳ τῶν πολλῶν προσόντων του καὶ τοῦἤθους του ἡἙλληνικὴ Κυβέρνηση τὸν διορίζει στὴν θέση ἐφημερίου τῆς Ἑλληνικῆς κοινότητας τοῦ Μονάχου – Γερμανίας.
Στὸ Μόναχο ἀνέπτυξε πλούσια ποιμαντικὴ καί κοινωνική δράση. Ἐνδεικτικά ἀναφέρουμε ὅτι ἀπό τίς πρῶτες του μέριμνες στή νέα του πατρίδα ἦταν νά συσταθεῖ μεταξὺ τῶν μελῶν τῆς παροικίας «Ταμεῖο ἀρωγῆς τῶν ἀπόρων σπουδαστῶν». Ἐπίσης πολέμησε μὲ διάφορους τρόπους τοὺς ἀρχαιοκάπηλους, οἱὁποῖοι δροῦσαν στὴν Ἑλλάδα μεταφέροντας σημαντικὲς ἀρχαιότητες στὸἐξωτερικὸ καὶἰδίως στὴ Γερμανία.
Ἐξαιτίας τῶν ἐνεργειῶν του κατάφερε νὰ ψηφισθεῖ εἰδικὸς νόμος κατὰ τῶν ἀρχαιοκαπήλων. Ἐπίσης στήριξε καὶ ἄλλους ὁμοθρήσκους του στὸ Μόναχο, ἰδιαιτέρως Ρώσσους, μὲἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον καὶἀγάπη καὶ γι’ αὐτὴ του τὴ δράση τιμήθηκε ὑπὸ τῆς Ρωσικῆς Κυβερνήσεως μὲ τὸ παράσημο τῆς Ἁγίας Ἄννας. Τὸ 1901 ἐπέστρεψε στὴν Ἑλλάδα καὶ διορίστηκε Α΄ Γραμματέας, δηλαδὴἈρχιγραμματέας τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος στὴν Ἀθήνα. Στὰ νέα του καθήκοντα ὁ Μελέτιος διακρίθηκε γιὰ τὸν ζῆλο, τὴν ὑπευθυνότητα καὶ τὴ σύνεσή του, ἰδιαίτερα κατὰ τὴν δύσκολη γιά τήν Ἐκκλησία ἐκείνη περίοδο, κατά τήν ὁποία ὁ Μητροπολίτης Ἀθηνῶν Προκόπιος πιεζόμενος ἀφόρητα ἀπό τά ἔντονα γεγονότα καί τίς άναταραχές πού εἶχαν ξεσπάσειμέ ἀφορμή τό ζήτημα τῆς μετάφρασης τοῦ Εὐαγγελίου στή δημοτική γλῶσσα, τὰ γνωστά «Εὐαγγελικὰ», παραιτήθηκε. Μὲἐνέργειες ἐπίσης τοῦ Μελετίου, οἱ ὁποῖες δείχνουν τόσο τό εὗρος τῶν ἐνδιαφερόντων καί ὁραματισμῶν τοῦ ἀνδρός ὅσο καί τήν ἀγωνία του γιά τή διαφύλαξη, διατήρηση καί αὔξηση τοῦ πνευματικοῦ καί πολιτισμικοῦ πλούτου τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας παραδόσεως, ἱδρύθηκε ἡ Σχολὴ Βυζαντινῆς Μουσικῆς στὸὨδεῖο Ἀθηνῶν, μὲ πρῶτο μουσικοδιδάσκαλό της τὸν Πρωτοψάλτη Κωνσταντῖνο Ψάχο. Ἡ σημασία καί οἱ εὐεργετικές γιά τό Γένος μας συνέπειες αὐτῆς τῆς πρωτοβουλίας, σήμερα, μετά ἀπό τόσα χρόνια, μποροῦν νά ἐκτιμηθοῦν στίς πραγματικές τους διαστάσεις.
Ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀναγνωρίζοντας, λοιπόν, τὰ προσόντα καὶ τὴν προσφορὰ τοῦἄξιου αὐτοῦκληρικοῦ τὸν ἐξέλεξε Μητροπολίτη Μεσσηνίας. Ἡ χειροτονία του σὲἘπίσκοπο ἔγινε στὶς 8 Ἰουλίου 1904. Ὁ Μελέτιος στὴν νέα του διακονία μερίμνησε ἰδιαίτερα γιὰ τὴν ποιμαντικὴ θεραπεία τοῦ κλήρου καὶ τοῦ λαοῦ. Τὸ 1905 ἵδρυσε τὸν «Ἱερατικό Σύνδεσμο Μεσσηνίας» καὶ πρόσεξε πολὺ τὴν ἐπιλογὴ τῶν ὑποψήφιων ἱερέων ὥστε νὰἔχουν τὰἀπαραίτητα προσόντα καὶ νὰ προάγουν τὸἐκκλησιαστικὸἦθος. Ἀγωνίστηκε μέσα ἀπὸ τὰ κηρύγματά του καὶ μὲἐγκυκλίους κατὰ τῆς ἐπιορκίας καὶ βλασφημίας, ὑπὲρ τῆς τακτικῆς ἐξομολογήσεως, ὀργάνωσε τή θεία λατρεία μέ τή χρήση γνήσιων ὑλικῶν προσφορῶν πρὸς τὸν οἶκο τοῦ Θεοῦ καί ἐν τέλει κατόρθωσε νὰἐπιβάλει ἄριστη τάξη στὴν Ἐπισκοπή του.
Συνέστησε λαϊκὰ συσσίτια κατὰ τὴν περίοδο τῶν βαλκανικῶν πολέμων 1912 – 1913 καὶ μερίμνησε γιά τήν ἐνίσχυση τῶν οἰκογενειῶν τῶν ἐπιστράτων καὶἀπόρων. Ἵδρυσε Νοσηλευτήριο Σανατόριο γιὰ τοὺς ἄπορους φυματικοὺς στὴν διαλυμένη Μόνη τοῦ Προφήτη Ἠλία, μερίμνησε γιὰ τὴν ἀπρόσκοπτη λειτουργία τοῦἈλεξανδράκειου Νοσοκομείου καὶ ἵδρυσε τὸ θεραπευτήριο «Ἰθώμη» στὴν Βυτίνα γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῆς ὑγείας φυματικῶν, ὅπου πολλοί φυματικοί μπόρεσαν νὰἀποθεραπευτοῦν καὶ νὰ γυρίσουν στὶς οἰκογένειές τους. Ἵδρυσε γηροκομεῖο καὶ πτωχοκομεῖο, σύλλογο Παιδονομίας καὶ σχολεῖα ἀπόρων παιδιῶν καὶ λαϊκή σχολή καὶ Λαϊκὴ Βιβλιοθήκη στὴν ὁποία κληροδότησε τὴν πλούσια ἀτομική του βιβλιοθήκη.
Μὲ δικές του φροντίδες κατόρθωσε νὰἐλευθερωθοῦν ἀπό τά χρέη τους οἱ Μονὲς τῆς Ἐπισκοπῆς του καί νὰἐπανακτήσουν τὶς χαμένες περιουσίες τους. Καθιέρωσε ἐτήσιες γενικὲς συνελεύσεις τῶν ἐφημερίων τῆς Ἐπισκοπῆς, τὶς ὁποῖες κατεύθυνε μὲ σύνεση ἐπιλύοντας τὰ διάφορα θέματα πού προέκυπταν. Σὲ αὐτὲς ἔκανε τὶς κατάλληλες εἰσηγήσεις σὲ τρέχοντα ποιμαντικὰ θέματα ἐκκλησιαστικῆς φύσεως. Ἔτσι τὸ 1905 ἱδρύει Σύνδεσμο τῶν Ἐφημερίων πρὸς περίθαλψιν τῶν πτωχῶν καὶἀπόρων ὑπὸ τὴν ἐπωνυμίαν «Ἱερατικὸς Σύνδεσμος Μεσσηνίας».
Ἀνήγειρε στό Μανιάκι, στὸ χῶρο τῆς ἱστορικῆς μάχης, ναΰδριον – μαυσωλεῖο καὶ συγκέντρωσε τὰὀστᾶ τῶν ἡρώων τῆς μάχης. Συνέστησε τό 1917 στὴν Καλαμάτα ἐκπαιδευτικόν Ἱερατικόν Σύλλογον μέ ἀπώτερο σκοπό τήν ἵδρυση Ἱερατικῆς Σχολῆς.
Μὲἄοκνες φροντίδες κατάφερε νὰἀνοικοδομήσει Ἐπισκοπικὸ Μέγαρο. Μὲ δική του πρωτοβουλία ἐπέτυχε ὡς συνοδικὸς τὸ 1908-1909 νά λύσει τὸ θέμα ποὺ προέκυψε γιὰ τὸν διορισμὸ ψαλτῶν καὶ νεωκόρων, καί μὲ γνωμάτευση τοῦ εἰσαγγελέως τοῦἈρείου Πάγου κ. Τζιβανόπουλου πέτυχε νά ἀναγνωριστεῖ στὴν Ἐκκλησία τὸἀποκλειστικὸ δικαίωμα διορισμοῦ ψαλτῶν καὶ νεωκόρων.
Ἐπίσης, κατάφερε νὰ ψηφιστεῖ νόμος γιὰ τὴ σύσταση ΓενικοῦἘκκλησιαστικοῦ Ταμείου.
Μὲ παρέμβασή του ψηφίζεται Νόμος ποὺἀπαγορεύει τὴ διεξαγωγὴἐκλογῶν ἐντὸς τοῦἹεροῦ Ναοῦ,ἔθος ἀπαράδεκτο γιὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴ μας παράδοση.
Ἔπαιξε πρωταγωνιστικὸ ρόλο στὴν ἀναθεώρηση καὶ σύνταξη τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Νομοθεσίας μετέχοντας στὴν νομοπαρασκευαστικὴἐπιτροπή.
Ὁ Μεσσηνίας Μελέτιος διακρίθηκε γιὰ τὴν βαθιὰ θεολογική του γνώση εἰδικὰ σὲ θέματα Κανονικοῦ Δικαίου. Δημοσίευσε ἀρκετὰἄρθρα στὸν Ἀθηναϊκὸ τύπο, ἐνῷἐκδόθηκαν καὶἀρκετὰ θεολογικὰ βιβλία του ὅπως :
1) ἩἈνάστασης τοῦἸησοῦ Χριστοῦ καὶ σπουδαιότης αὐτῆς (μετάφραση ἐκ τοῦ γαλλικοῦ, ἐκδοθέν τὸ 1890)
2) ΤὸἘκκλησιαστικὸν Δίκαιον (ἐκδοθὲν τὸ 1898)
3) Ἡἐν Μονάχῳ ἙλληνικὴἘκκλησία (ἐκδοθὲν τὸ 1899)
4) Ὁ βίος τοῦἸησοῦ Χριστοῦ
5) Λόγοι καὶ Διδαχὲς
6) Ἡἀλληλοβοήθεια τῶν πρώτων Χριστιανῶν (μετάφραση ἐκ τοῦ γαλλικοῦ)
7) Ὁ θεσμὸς τῆς Ἐκκλησίας περὶ τοῦἔγγαμου καὶἄγαμου Κλήρου
8) Ἡ κόμη τῶν κληρικῶν
9) Κατὰ τοῦ προσηλυτισμοῦ
10) Ἐκκλησία καὶ Πολιτεία
11) Ἡ ποινὴ τῆς ἐκπτώσεως τῶν Ἐπισκόπων (ἐκδοθέν τὸ 1927)
12) Καὶἔργο τὸὁποῖο δὲν ἐκδόθηκε : «Βελτίωση τοῦἘκκλησιαστικοῦ Δικαίου»
Ὁἀείμνηστος Μελέτιος τό 1921 ἔφερε πρὸς ἔκδοση καὶ τὸ σπουδαῖο βιβλίο του «Ἡ Ἱερὰ Μονὴ τῶν Ἁγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων» κάτι ποὺἔλειπε μέχρι ἐκείνη τὴ στιγμὴ καὶ τὸὁποῖο βρῆκε μεγάλη ἀπήχηση στοὺς φιλομόναχους χριστιανοὺς τῆς ἐποχῆς.
Ὅμως ὅλο αὐτὸ τὸ μεγάλο συγγραφικὸἔργο, καθώς καί τὰ μεγαλόπρεπα ἔργα φιλανθρωπίας καὶ κοινωνικῆς προσφορᾶς ἦρθε νὰἀνακόψει βίαια ἡ ἀνέλπιστη φορά καὶἐξέλιξη τῶν πραγμάτων. Κατὰ τὴν περίοδο τῶν πολιτικῶν ταραχῶν, μὲἀποκορύφωμα τὸν Ἐθνικὸ διχασμό, ὁ Μητροπολίτης Μελέτιος ἐπηρεασμένος ἀπὸ τὴν ἔνταση τῶν πολιτικῶν καταστάσεων καὶ τὴ δίνη τῶν πολιτικῶν παθῶν ἐτάχθη ὑπὲρ τοῦἀναθέματος κατὰ τοῦ Βενιζέλου (1916) γι’ αὐτὸ καὶἀργότερα κηρύχθηκε ἔκπτωτος ἀπὸ τὸν Ἐπισκοπικό του θρόνο. Τότε, ἦλθε ὡς ἐξόριστος στὴν Μονὴ τῆς μετανοίας του, τοὺς Ἁγίους Τεσσαράκοντα Μάρτυρες καὶἔζησε ξανὰ τὴν μοναχικὴ ζωὴ προσευχόμενος καὶ ταπεινούμενος μαζὶ μὲ τοὺς ἀγαπημένους του πατέρες οἱὁποῖοι πραγματικὰ τὸν λάτρευαν γιὰ τὸἀσκητικό του φρόνημα καὶ τὴν λιτὴ ζωή του. Γιὰ τρία χρόνια ἀντιμετώπισε τὴν προσωπική του δοκιμασία μὲἀξιοθαύμαστο θάρρος καὶἐγκαρτέρηση, ὡς γνήσιος Ἱεράρχης τῆς Ἐκκλησίας μας καὶἀνώτερος πνευματικὸς ἄνθρωπος. Δὲν ἐπέτρεψε στὸν ἑαυτό του νὰ καταποθεῖ καί νά καταβληθεῖἀπὸ τὸ πνεῦμα τῆς ἀθυμίας καὶ τῆς λύπης, ἀντιθέτως μάλιστα ἐπεστράτευσε μεγάλες ψυχικὲς καὶ πνευματικὲς δυνάμεις ὥστε καὶ τοὺς παραμελημένους καὶ ξεχασμένους κώδικες τῆς Μονῆς μὲὑποδειγματικὴ μέθοδο νὰ ταξινομήσει καὶ τὴν Ἱστορία της μὲ προσεκτικὸἔλεγχο καὶ τὴ μέγιστη δυνατὴἀξιοποίηση τοῦὑπάρχοντος ἱστορικοῦὑλικοῦ νὰ συγγράψει. Γι’ αὐτὸ τὸ σπουδαῖο ἔργο ἡ Μονή τοῦ ὀφείλει εὐγνωμοσύνη καὶ τοῦἀπονέμει τὸ δίκαιο ἔπαινό της.
Μὲ τὴν πολιτικὴἀλλαγὴ τοῦ 1920 ἡ ποινὴ του ἀκυρώθηκε καὶἔτσιὁἴδιος ἐπανῆλθε δικαιωμένος στὴ μητροπολιτική του ἕδρα, ὅπου μέχρι τὸ τέλος τοῦ βίου του συνέχισε νά ἀναπτύσσει πλούσιο ποιμαντικὸ καὶ φιλανθρωπικὸἔργο. Κατάφορτος ἀπὸ πολύτιμη πείρα ζυμωμένη μὲ τοὺς ψυχικοὺς κόπους καὶ τὸν ἀνθρώπινο πόνο τοῦ τριετοῦς αὐτοεγκλεισμοῦ του στὸὑπήνεμο καὶἀσφαλὲς λιμάνι τῆς Μονῆς τῶν Ἁγίων Τεσσαράκοντα, ὁ Μελέτιος, ἐπέδειξε σπάνια μεγαλοψυχία πνίγοντας μέσα του κάθε αἴσθημα ἀντεκδίκησης καὶ διδάσκοντας ἔμπρακτα τὴν ἀνεξικακία καὶ τὴν καταλλαγὴ, ὅ,τι δηλαδή ἐκείνη τὴν ὥρα χρειαζόταν τὸἔθνος μας τό ὁποῖο ὑπέμενε ἄδικα τὴν ἔσχατη ταπείνωση ἑνὸς ἀνέλπιστου καὶ ἀπάνθρωπου ξερριζωμοῦ. Ἔτσι ἐκπληρώνοντας τό ἐθνικό καί χριστιανικό του χρέος ὑποδέχθηκε μὲ τὴν ἀγάπη τοῦἈρχιποίμενος Χριστοῦ τὰ κύματα τῶν προσφύγων τοῦ ΜικρασιατικοῦἙλληνισμοῦ, τὰὁποῖα κατέφθαναν ἐξαθλιωμένα καὶ ταλαιπωρημένα στὴ Μητέρα Ἑλλάδα.
Ὁ λαμπρός Ἱεράρχης Μεσσηνίας Μελέτιος ἐγκατέλειψε τά ἐγκόσμια στὶς 17 Ἰουνίου 1933, ἔπειτα ἀπὸ μακροχρόνια ἀσθένεια τῶν νεφρῶν σὲἡλικία 81 ἐτῶν. Στὴν ἐξόδιο ἀκολουθία του, ἡὁποία τελέσθηκε στὸν Ἱερὸ Μητροπολιτικὸ Ναὸ τῆς Ὑπαπαντῆς Καλαμάτας προεξῆρχε ὁ τότε ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρυσόστομος Παπαδόπουλος.
Ἡ ταφὴ του ἔγινε στὸ Δημοτικὸ Κοιμητήριο Καλαμάτας. Ὁ μακαριστὸς Μελέτιος γιὰ τὸ πλούσιο ποιμαντικό, ἐπιστημονικὸ καὶ φιλανθρωπικό του ἔργο, τιμήθηκε μὲ τὸν Ταξιάρχη τοῦ Ρωσικοῦ Αὐτοκρατορικοῦ Τάγματος τῆς Ἁγίας Ἄννας, μὲ τὸ Χρυσὸ Σταυρὸ τῶν Ἱπποτῶν τοῦἙλληνικοῦ Βασιλικοῦ Τάγματος τοῦ Σωτῆρος καὶ μὲ τὸ Χρυσὸ Σταυρὸ τῶν Ἰπποτῶν τοῦἸταλικοῦ Τάγματος τοῦἉγίου Μαυρικίου.
Ἐλάχιστο μνημόσυνο, Σεβασμιώτατε, ἂς εἶναι αὐτὴἡ μικρὴἀναφορὰ στὸ μεγάλο ἐκκλησιαστικὸἄνδρα ποὺ σφράγισε μία δύσκολη περίοδο μὲἔργα ἀγάπης καὶ προσφορᾶς στὸ συνάνθρωπο καὶἐν γένει προσέφερε τὰ μέγιστα στὴν Ἁγία μας Ἐκκλησία. Ἂς ἔχουμε τὴν εὐχή του.